ΤΕΥΧΟΣ 13

Απρίλιος 1989


ΚΑΣΣΙΑ, ΚΑΣΣΙΑΝΗ Ή ΕΙΚΑΣΙΑ

Κάθε Μεγάλη Τρίτη οι περισσότεροι Ορθόδοξοι Χριστιανοί αμαρτάνουν στη μνήμη μιας γυναικός που υπήρξε από τις λαμπρότερες μορφές του Βυζαντίου, στη μνήμη της μοναχής και ποιήτριας Κασσιανής. Η Κασσιανή ήταν μια σοφότατη από τα νεανικά της χρόνια αρχόντισσα, που έδειξε τη χριστιανική της σοφία στον διαξιφισμό με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, όταν ο τελευταίος διάλεγε νύφη, και η Κασσιανή είχε ορισθεί από την αυλή σαν μια από τις υποψήφιες. Ο Θεόφιλος της πέταξε το μισογύνικο πείραγμα: “Εκ γυναικός (της Εύας) ερρύη τα φαύλα). Η αντίδραση της νεαρής αυτής κοπέλας ήταν υπόδειγμα συμπεριφοράς Χριστιανής παρθένου. Ερυθρίασε, λέγουν οι ιστορικοί, αλλά ούτε τα έχασε, ούτε υπολόγισε ότι θα έχανε το θρόνο, ούτε δέχθηκε να προδώσει την αλήθεια και το φύλο της. Και έδωσε μια απάντηση, καμπάνα θεολογίας, που έτρεψε σε φυγή την κακόδοξη ψυχή του Θεόφιλου: “Αλλά και δια γυναικός (της Θεοτόκου) πηγάζει τα κρείττω), του είπε, κάνοντας με τις επτά αυτές λέξεις περίληψη ολοκλήρου της χριστιανικής θεολογίας.

Ο Θεόφιλος της γύρισε την πλάτη, όπως γύρισε την πλάτη και στη γυναίκα “εξ ης πηγάζει τα κρείττω”, αρνούμενος την εικόνα και Αυτής και του Υιού της, και έδωσε το χρυσό μήλο της εκλογής σε άλλη. Και εδώ ακριβώς τελειώνει κάθε σχέση της ορθόδοξης Κασσιανής και του εικονομάχου Θεόφιλου. Όλα τα άλλα είναι ασεβής φλυαρία και ρομαντική μυθιστορία. Η Κασσιανή ούτε για το Θεόφιλο είχε καμιά έλξη, ούτε για το θρόνο, ούτε για τον κόσμο. Ο έρωτάς της ήταν ο Χριστός, η ομολογία του οποίου την γλίτωσε από την παγίδα που της είχαν στήσει στη ζωή της οι κοσμικοί άνθρωποι. Έγινε μοναχή, όχι από ερωτική απογοήτευση προς τον ουσιαστικά άγνωστό της Θεόφιλο, αλλά από έρωτα θείο. Έδωσε την περιουσία της για να κτισθεί η περίφημη τότε μονή “Εικασίας της μοναχής, ευσεβεστάτης και παρθένου ωραίας τω είδει”. Κλείσθηκε μέσα σ’ αυτήν και έζησε τη μακαρία ζωή της εν Χριστώ ησυχίας, όταν η ευσεβής επίσης και ορθόδοξη Θεοδώρα, που τελικά εξέλεξε ο Θεόφιλος για σύζυγο, ζούσε μέσα στις αγωνίες και τις συνωμοσίες του παλατιού αγωνιζόμενη να κρατήσει τα παιδιά της στην Ορθοδοξία, καλώντας τα κάθε τόσο να προσκυνήσουν “τα νινία”, το μικρό δίπτυχο εικόνισμα του Χριστού και της Θεοτόκου που είχε κρυμμένο, επειδή φοβόταν τη μήνη του φοβερού συζύγου της. Η Κασσιανή στα ποιήματά της τραγούδησε την ευδαιμονία του μοναχικού βίου, αλλά και δίδαξε βαθύτατη θεολογία.

Είναι ρομαντική μεν, αλλά διαβολική λαϊκή παράδοση αυτό το τόσο γνωστό και συνεχώς διαδιδόμενο παραμύθι, ότι δήθεν ο Θεόφιλος πήγε να βρει την Κασσιανή στο μοναστήρι της την ώρα που εκείνη έγραφε το περίφημο δοξαστικό της: “Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις...”, και επειδή η Κασσιανή έφυγε δήθεν και άφησε ημιτελές το ποίημα μέχρι το “... καταφιλήσω τους αχράντους Σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις...” πήρε δήθεν την πένα ο αιρετικός, φιλοπόλεμος και όχι τόσο πολύ έξυπνος αυτοκράτορας και έγραψε το υπόλοιπο, το και θεολογικότατο κομμάτι του ποιήματος που λέει: “ων (ποδών) εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν, κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη” κάνοντας δήθεν μ’ αυτό τον τρόπο ο Θεόφιλος υπαινιγμό στη φυγή της Κασσιανής μόλις άκουσε τον κρότο των βημάτων του αυτοκράτορος. Πρόκειται για παιδαριώδη μύθο, που δυστυχώς πίστεψαν και σοφότατοι και ευσεβέστατοι άνθρωποι. Τόση δύναμη έχει η παράδοση των ανθρώπων να εξαπατά και τους πιο καλοπροαίρετους. Το δοξαστικό της Κασσιανής είναι ένα ολοκληρωμένο σε σύλληψη ποίημα, γεμάτο Χριστιανικό μεγαλείο και αγάπη, αλλά και γνώση θεολογική.

Για να το καταλάβουμε καλύτερα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η Ορθόδοξος Θεολογία διδάσκει ότι ο Γιαχβέ των Εβραίων, δεν είναι άλλος από τον Θεάνθρωπο Χριστό, τον σαρκωθέντα Λόγο του Θεού, που σαρκωθείς στη μήτρα της Παρθένου Μαρίας, σε συγκεκριμένη στιγμή του χρόνου, υπερβαίνει οντολογικά το χρόνο και τις διαστάσεις του και είναι παρών, με την αναστημένη του σάρκα σ’ ολόκληρη την Ιστορία του Σύμπαντος και σ’ ολόκληρη την Ιστορία του Ισραήλ την προ και μετά την ιστορική σάρκωση. Σ’ αυτήν την σωματική Παρουσία του Χριστού στην Παλαιά Διαθήκη (που βλέπουμε στη φιλοξενία του Αβραάμ, στην πάλη Του με τον Ιακώβ, στη συνομιλία Του με τον Μωϋσή στη φλεγόμενη βάτο (Θεοτόκο) και στο φλεγόμενο Σινά, στην κάμινο των Χαλδαίων με τους τρεις παίδας κ.τ.λ.). Βλέπουμε να αναφέρεται και η Κασσιανή: “Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, την Σην αισθομένη τάξιν, οδυρομένη μύρα Σοι προ του ενταφιασμού κομίζει... Καταφιλήσω τους αχράντους Σου πόδας”, θα φιλήσω τα άχραντα πόδια Σου και θα σκουπίσω με τα μαλλιά της κεφαλής μου αυτά τα ίδια πόδια που η Εύα μετά την παρακοή της το δειλινό μέσα στον Παράδεισο, άκουσε τον ήχο των βημάτων τους και κρύφθηκε από τον φόβο της. Όμως εγώ, σαν να λέει η αμαρτωλή, αλλά μετανοημένη γυναίκα, δε φεύγω από φόβο, αλλά πέφτω και πλένω με τα δάκρυά μου τα πόδια, που φοβήθηκε η Εύα, γιατί εγώ “ηγάπησα πολύ” και μετανόησα. “Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ. Μη με την Σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος”.

Αναλογισθείτε πόσα είναι “αμαρτιών ημών τα πλήθη” να αποδίδουμε στον ανόητο Θεόφιλο έστω και το μισό αυτό αριστούργημα της ποιητικής θεολογίας. Εξ άλλου, η Κασσιανή έγραψε και άλλο τροπάριο που λέγει ότι αυτός που έκρυψαν “υπό γης των σεσωσμένων οι παίδες”, Αυτός που ετάφη κάτω από τη γη, Αυτός ο ίδιος είναι που έκρυψε παλιά το διώκτη των Εβραίων Φαραώ κάτω από τα κύματα της θαλάσσης. “Κύματι θαλάσσης τον κρύψαντα πάλαι διώκτην τύραννον υπό γης έκρυψαν των σεσωσμένων οι παίδες”. Γιατί η Κασσιανή, όπως και όλοι οι Ορθόδοξοι, ήξερε, ότι ο Γαβριήλ είχε αναγγείλει στην Παρθένο Μαρία ότι “Τέξει Υιόν του Αδάμ αρχαιότερον”.



ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ