ΤΕΥΧΟΣ 35

Πάσχα 1991


Η εικόνα της Αναστάσεως

Οι εικόνες για την Εκκλησία δεν είναι διακοσμητικά στοιχεία, όπως συμβαίνει στη Δύση. Είναι δόγμα και μέσα αναγωγής προς σωτηρία των ψυχών μας. Η σωτηρία μας όμως μπορεί να επιτευχθεί μόνον με την ορθή πίστη που αποδεικνύεται με την τήρηση της παραδόσεως και των πατερικών διδαχών.

Για την Εκκλησία όποιος αλλοιώσει “ιώτα εν” από το Ευαγγέλιο και την πίστη της χαρακτηρίζεται αιρετικός. Το ίδιο όμως αιρετικός αποδεικνύεται όποιος δέχεται “εικόνες” αντίθετες με τη λατρεία, τα κείμενα, την υμνολογία και την παράδοσή της. Μια τέτοια “εικόνα” είναι και η λεγόμενη της Αναστάσεως που εμφανίζει έναν άγγελο να κυλάει τον λίθο μπροστά από ένα κομψό τετραγωνισμένο μνήμα. Οι στρατιώτες της κουστωδίας ατενίζουν με θαυμασμό και φόβο τον αναστημένο Χριστό, ο οποίος βγαίνει από τον τάφο που άνοιξε ο άγγελος και ίπταται κρατώντας ένα λάβαρο λευκό με κόκκινο σταυρό, σαν τη σημαία της Δανίας.

Η απεικόνιση αυτή, νεότερη ακόμα και στο χώρο της Δύσης, εμφανίστηκε εκεί την εποχή της αναγέννησης, σ’ εμάς δε έφτασε από τη Ρωσία κατά την εποχή της τουρκοκρατίας με πρώτο σταθμό το Άγιον Όρος. Σε όλα τα επίπεδά της είναι ένας κατακλυσμός κακοδοξίας και διαστροφής.

Πρώτον, παριστάνει ανοιγμένο τον τάφο, σαν να πρόκειται να εξέλθει απ’ αυτόν ένας κοινός θνητός, αντίθετα με την πίστη της Εκκλησίας ότι “εσφραγισμένου του μνήματος η ζωή εκ τάφου ανέτειλας” (Απολυτ. Κυρ. Θωμά). “Φυλάξας τα σήμαντρα σώα Χριστέ εξηγέρθης του τάφου” (στ΄ ωδή αναστ.) κ.ά.

Δεύτερον, ο αποκυλισμός του λίθου από τον άγγελο δίνει την εντύπωση ότι η απομάκρυνση γίνεται για να βγει ο αναστημένος Χριστός, ώστε να λέει ο βλάσφημος Κέλσος με ειρωνεία: “Ο γαρ Θεού Παις ως έοικεν ουκ ηδύνατο ανοίξαι τον τάφον αλλά άλλου αποκυλίσαντος την πέτραν”. Ο Χριστός όμως ανεστήθη “αγγελικής συμμαχίας ου δεηθείς” (Αγ. Γρηγ. Νύσσης, P.G. 46, 477D).

Δείχνει, ακόμη, τους ασεβείς στρατιώτες να παρίστανται αυτόπτες μάρτυρες του μυστηρίου που δεν αξιώθηκε να δει κανείς θνητός, μηδέ της Θεοτόκου και των αποστόλων εξαιρουμένων. Μια αλήθεια που μας διδάσκει η Εκκλησία ψάλλοντας “ου ήσθοντο πότε ανέστης οι φυλάσσοντές σε στρατιώται”. Και ο Άγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος “μηδέ, γαρ τότε τούτον ανιστάμενον ιδόντος τινός” (S.C. Κατηχ. ΙΓ΄ σελ. 191).

Αντίθετα η βυζαντινή εικόνα εκτός από τα εξωτερικά γεγονότα αναζητεί κυρίως το βαθύτερο νόημα της Αναστάσεως. Έτσι, απεικονίζει τη νίκη του Κυρίου κατά του θανάτου και την καταστροφή του κράτους του διαβόλου χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει λύτρωση. Σ’ αυτήν παρουσιάζεται ο Άδης σαν σκοτεινό σπήλαιο. Στο κέντρο στέκεται ο Χριστός με πρόσωπο αυστηρό αλλά και φιλάνθρωπο, ντυμένος με φωτεινά και απαστράπτοντα ενδύματα. Περιβάλλεται ολόκληρος με φωτεινό κύκλο και ακτίνες που συμβολίζουν το άκτιστο φως της χάριτος, τη Δόξα του Κυρίου. “Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια”. Τα άχραντα πόδια Του πατούν με δύναμη πάνω σε δύο θυρόφυλλα το ένα επάνω στο άλλο σε σχήμα σταυρού. Είναι οι απ’ αιώνος πύλες του Άδη, που έσπασε ο Κύριος. Κάτω απ’ αυτές μέσα στο σκοτάδι του σπηλαίου κείτεται ένας γέρος αναμαλλιασμένος και γυμνός δεμένος με αλυσίδες και τρομαγμένος.



ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ