ΤΕΥΧΟΣ 51

Φθινόπωρο 1994


Αναδημοσιεύουμε από το περιοδικό "Οι Ρίζες" (τεύχος 25) το παρακάτω κείμενο που πάντα επίκαιρο μας θυμίζει πόσο μακρυά βρίσκεται η διδασκαλία του Χριστού από τις επιταγές της γεμάτης τρυφή, καταναλωτικής κοινωνίας μας

ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΠΤΩΧΟΙ

Και ανοίξας το στόμα αυτού εδίδασκεν αυτούς λέγων^ μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών”. (Ματθ. ε΄ 2-3) Με το όνομα του στόματός Του μας έδωσε ο Κύριος το κλειδί της Βασιλείας των Ουρανών. Τον ίδιο μακαρισμό μας διέσωσε και ο Ευαγγελιστής Λουκάς (στ΄ 20-25): “Και αυτόν επάρας τους οφθαλμούς αυτού εις τους μαθητάς αυτού έλεγε^ μακάριοι οι πτωχοί, ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία του Θεού. Μακάριοι οι πεινώντες νυν, ότι χορτασθήσεσθε. Μακάριοι οι κλαίοντες νυν, ότι γελάσετε. Πλήν ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε την παράκλησιν υμών. Ουαί υμίν οι εμπεπλησμένοι, ότι πεινάσετε. Ουαί υμίν οι γελώντες νυν, ότι πενθήσετε, και κλαύσετε..” Μακάριοι οι φτωχοί, αλίμονο στους πλούσιους! Ένα δείγμα της πονηρίας μας είναι ότι το μακαρισμό αυτόν, τον πρώτο και κύριο, θελήσαμε να τον ξεχάσουμε και να τον συζητούμε μόνον όπως τον διέσωσε ο Ματθαίος και σχεδόν ξεχάσαμε πώς τον έγραψε ο Λουκάς. Αυτό έγινε γιατί ο δεύτερος τον έγραψε με τρόπο που ήταν αδύνατο να παρερμηνευθεί. Γατζωθήκαμε από την προσθήκη “τω πνεύματι” και δώσαμε στα λόγια του Κυρίου τις πιο απίθανες ερμηνείες, σαν κι εκείνη, την τόσο γνωστή, που θέλει το Χριστό να μακαρίζει τους ολιγοφρενείς! Εν τούτοις δεν υπάρχει τίποτε, σκοτεινό και περίπλοκο στα λόγια του Κυρίου. Μακαρίζει τους φτωχούς, τους φτωχούς “τω πνεύματι”. Αυτούς δηλαδή που διάλεξαν τη φτώχεια οι ίδιοι, μ’ όλη τους την καρδιά και μ’ όλο τους το νού, γιατί από τα γήινα αγαθά προτίμησαν τα ουράνια.

ΔΙΑ ΠΤΩΧΕΙΑΣ ΤΟΝ ΑΔΑΠΑΝΗΤΟΝ ΠΛΟΥΤΟΝ

Το πρώτο κήρυγμα του Κυρίου Ιησού ήταν μια λέξη: “Μετανοείτε”. Αλλάξτε νού, αλλάξτε νοοτροπία, αλλάξτε κριτήρια, αλλάξτε αξίες. Μέχρι τώρα νομίζατε καλό τη δόξα, τον πλούτο και την ηδονή. Εγώ όμως ήρθα να σάς δείξω άλλη δόξα, άλλον πλούτο, άλλην ηδονή ασύγκριτη, που όταν τη γευθείτε δε θα θέλετε πια κανένα από τα νομιζόμενα καλά του κόσμου τούτου, που όχι μόνο δεν τρέφουν, αλλά και δουλώνουν τον άνθρωπο. Εσείς ζητείτε τη βασιλεία του κόσμου τούτου, άλλος με τον έναν και άλλος με τον άλλον τρόπο, και παλεύετε και αιματοκυλιέστε γι’ αυτήν. “Η Βασιλεία όμως η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου”. Και για να μπείς στη δική μου τη Βασιλεία ανάγκη να βγάλεις από πάνω σου “πάντα όγκον”. Για να μπείς στη Βασιλεία του Θεού και να τη ζήσεις πρέπει πρώτα να κόψεις όλα τα σκοινιά που σε δένουν με την ψευτοβασιλεία του κόσμου τούτου. Να λευτερώσεις πρώτα την καρδιά σου και ύστερα, με τη δύναμη του Θεού, να λευτερώσεις και το σώμα σου. Αλλιώς δε γίνεται να είσαι μαθητής του Χριστού. “Πάς εξ υμών, ός ουκ αποτάσσεται πάσι τοις εαυτού υπάρχουσιν, ου δύναται είναι μου μαθητής” (Λουκ. ιδ΄ 33). Όντας προσκολλημένος στα υπάρχοντά σου, ή στις επιθυμίες για την απόκτησή τους, είσαι δεμένος σε τούτον τον κόσμο σαν το καράβι στο μουράγιο. Ο Λόγος του Θεού επτώχευσε “μορφήν δούλου λαβών”, και με την επίγεια ζωή Του έγινε το πρότυπο κάθε Χριστιανού. “Αι αλώπεκες, είπε, φωλεούς έχουσιν και τα πετεινά κατασκηνώσεις, ο δε Υιός του Ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνει”. Το παράδειγμα του Χριστού το ακολούθησαν και οι Απόστολοι. Και ο Απόστολος Παύλος μας είπε: “Μιμηταί μου γίγνεσθε καθώς καγώ Χριστού”. Όπως λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Xριστός ήρθε “ευαγγελίσασθαι διά πτωχείας τον αδαπάνητον πλούτον^ δι’ ευτελείας την απόρρητον δόξαν” (Φιλοκ. Δ΄ 113). “Μακαρίσας γαρ τους πτωχούς τω πνεύματι, θαυμασίως υπέδειξε, ποιόν εστιν ωσανεί ρίζα και πρόξενον της επιφαινομένης πτωχείας τοις αγίοις, δηλονότι το εκείνων πνεύμα. Τούτο γαρ την του Ευαγγελισμού κηρύγματος εγκολπωσάμενον χάριν, πηγήν πτωχείας αναδίδωσιν αφ’ εαυτού, ποτίζουσαν πάν το πρόσωπον της γης ημών, τον έξω δηλονότι άνθρωπον, και παράδεισον αυτόν αρετών αποτελούσαν. Η τοιαύτη γαρ πτωχεία παρά Θεού μακαριστή... Δύναται γαρ τις ακτήμων είναι, αλλά και ευτελής, εγκρατής, και ταύτα εκουσίως, αλλά διά την δόξαν των ανθρώπων. Ο τοιούτος τοίνυν ουκ έστι τω πνεύματι πτωχός. Η γαρ υπόκρισις εξ οιήσεως γεννάται^ αύτη δε της εν πνεύματι πτωχείας εναντία. Τω δε συντετριμμένον έχοντι και μέτριον και ταπεινόν το πνεύμα των αδυνάτων μη και τη φαινομένη χαίρειν ευτελείΑ τε και ταπεινώσει^ δόξης γαρ και ευπαθείας, ευπορίας τε και πάντων των τοιούτων, ανάξιος ούτος ηγείται εαυτόν. Και ούτος ο Θεώ μακαριστός πτωχός, ο ανάξιος τούτων εαυτόν ηγούμενος^ και ούτος ο κατά αλήθειαν πτωχός, μη εξ ημισείας του ονόματος αντιποιούμενος. Διό και Λουκάς ο θείος, μακάριοι, είπεν, οι πτωχοί, μη προσθείς τω πνεύματι”. (Αγ. Γρ. Παλαμά, Φιλοκ. Δ΄ 100).

ΕΥΚΟΠΩΤΕΡΟΝ ΕΣΤΙ ΚΑΜΗΛΟΝ...

Τρείς παρερμηνείες έκανε η πονηρία μας στο κείμενο των Ευαγγελίων για τον πλούσιο νέο, που του είπε ο Κύριος να τα πουλήσει όλα και να τον ακολουθήσει, κι εκείνος έφυγε περίλυπος, και σ’ όσα είπε ο Χριστός κατόπιν για τους πλουσίους. (Λουκ. ιη΄ 18-27) Η πρώτη παρερμηνεία είναι στη διαπίστωση: “έτι έν σοι λείπει”. Της δώσαμε προαιρετικό χαρακτήρα, εν τούτοις η τελειότης είναι εντολή και, όπως όλες οι εντολές, υποχρεωτική. Η δεύτερη παρερμηνεία βρίσκεται στο σκοπό για τον οποίο ζήτησε ο Κύριος από τον πλούσιο να σκορπίσει την περιουσία του. Νομίσαμε ότι ήθελε να βοηθήσει τους φτωχούς ενώ, στην πραγματικότητα, ήθελε να ελευθερώσει τον ίδιο τον πλούσιο. Η τρίτη και χειρότερη παρερμηνεία έγινε στο νόημα που έχει το “τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστιν”. Είπαμε ότι ναί μεν είναι αδύνατο να μπεί πλούσιος στη Βασιλεία του Θεού, αλλά ο Θεός τελικά το κάνει δυνατό! Το πραγματικό όμως νόημα είναι: “Είπον δε οι ακούσαντες^ και τις δύναται σωθήναι; (αφού όλοι είμαστε φιλοκτήμονες, είτε έχουμε είτε δεν έχουμε, και επομένως όλοι είμαστε κατά το πνεύμα και την προαίρεση πλούσιοι). Και απάντησε ο Κύριος ότι αυτό που είναι αδύνατο στον άνθρωπο η Χάρις του Θεού το κάνει δυνατό. Κάνει δηλαδή τον άνθρωπο, που αγαπάει το Θεό και έρχεται προς Αυτόν, να γίνει εραστής της ταπείνωσης και της ακτημοσύνης, να βγάλει πρώτα από την καρδιά του την επιθυμία του πλούτου, της δόξας των ανθρώπων και της ηδονής, και να γίνει τελικά και εξωτερικά φτωχός και έτσι, όντας πτωχός τω πνεύματι να γίνει από τούτη ακόμα τη ζωή, μακάριος πολίτης της Βασιλείας του Θεού.

Ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος για να μας κάνει μακάριους και τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Και επειδή ακολουθούσαμε στραβό δρόμο, που δεν οδηγούσε στη μακαριότητα αλλά στη δυστυχία, μας κήρυξε να μετανοήσουμε και ν’ αλλάξουμε δρόμο. Μήν ξεγελιέστε από τα φαινόμενα, μας είπε. Δεν είναι ο πλούτος που δίνει στον άνθρωπο τη μακαριότητα αλλά η φτώχια που τη θέλει και την διαλέγει κανείς για το Θεό. Στην καρδιά που είναι γεμάτη με ξυλοκέρατα τούτου του κόσμου δεν υπάρχει χώρος για το Θεό, την πηγή κάθε μακαριότητας. Όσο πιο φτωχοί γίνετε από τα αγαθά του κόσμου τούτου από αγάπη προς το Θεό, τόσο πιο πλούσιοι θα γίνεται απ’ τα αγαθά του Ουρανού, που δεν φθείρονται ποτέ, και που μόνο αυτά κάνουν τον άνθρωπο μακάριο. Και δεν θα πλουτίσετε από ευδαιμονία μόνο στον άλλο κόσμο και στην άλλη ζωή, αλλά από τώρα, από αυτή τη ζωή θα γίνετε ευδαίμονες και πανευτυχείς, “και την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ’ υμών”. “Όσον τις μετριώτερον έχει τον βίον, τοσούτον υπάρχει ευδαιμονέστερος”, είπε ο Άγιος Αντώνιος, που υπάκουσε στον Κύριο και σκόρπισε από νέος όλο του το βιός και έγινε πάμπτωχος τω πνεύματι. Δηλαδή: “Όσον ο άνθρωπος καταφρονεί τούτον τον κόσμον, και καταγίνεται εις τον φόβον του Θεού μετά σπουδής, τοσούτον και η θεία πρόνοια πλησιάζει εις αυτόν, και κρυπτώς αισθάνεται την βοήθειαν αυτής, και δίδονται αυτώ καθαροί λογισμοί, ίνα καταλάβη αυτήν^ και εάν τις εκουσίως στερηθή των αγαθών του κόσμου, καθ’ όσον στερείται τούτων, κατά τοσούτον το έλεος του Θεού ακολουθεί αυτώ, και βαστάζει αυτόν η θεία φιλανθρωπία”. (Λογ. κε΄) Και αλλού λέγει πάλι ο ίδιος: “Ο φεύγων του παρόντος βίου την ανάπαυσιν, τούτου ο νούς κατεσκόπευσε τον μέλλοντα αιώνα. Ο δε συνδεδεμένος τη φιλοκτημοσύνη, δούλος των παθών πέφυκε”. (Λογ. ΚΓ΄) Και έχει τόσο μεγάλη δύναμη η ακτημοσύνη γιατί αυτή είναι “η λύουσα τα νοήματα ημών εκ των δεσμών” (Λογ. ΛΕ΄), αυτή είναι που δίνει την εξωτερική αλλά και την εσωτερική ελευθερία και, κόβοντας τα δεσμά του, τον αφήνει να πέσει στην ανοικτή αγκαλιά του Θεού και Πατέρα του. Αναφερόμενος στον πρώτο μακαρισμό ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς γράφει: “Πώς δ’ ου μακαρίζοιντο δικαίως αν οι μη πεποιθότες όλως επί χρήμασιν, αλλ’ επ’ αυτώ; Οι μη ποθούντες αρέσκειν άλλω πλήν αυτού; Οι εν ταπεινώσει μετά τούτων ζώντες ενώπιον αυτού; Πτωχεύσωμεν ούν και ημείς το πνεύμα ταπεινωθέντες και την σάρκα κακοπαθήσαντες και τον βίον ακτημονήσαντες, έν’ ημών γένηται η του Θεού Βασιλεία και των μακαρίων επιτύχωμεν ελπίδων, την των Ουρανών Βασιλείαν κληρονομήσαντες”. (Φιλοκ. Δ΄ 106) “Τι τα λές αυτά σ’ εμάς που δεν είμαστε μοναχοί;” Είπαν κάποιοι στον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, και απάντησε: “Σφόδρα απατάς σαυτόν και σφάλλεις, ει άλλα μεν οίει τον βιωτικόν, έτερα δε απαιτείσθαι τον μοναχόν^ η γαρ διαφορά τούτοις εν τω γαμήσαι και μη, των δε άλλων ένεκεν απάντων κοινάς υπέχουσι τας ευθύνας... Μη γαρ ο κοσμικός οφείλει τι έχειν πλέον του μονάζοντος; Ει δε οι μακαρισμοί τοις μονάζουσίν εισι μόνοις ειρημένοι, και τον κοσμικόν ου δυνατόν αυτούς κατορθώσαι, αυτός δε (ο Θεός) τον Γάμον επέστρεψεν, άρα αυτός πάντας απώλεσεν... ουχ ο γάμος εμπόδιον αλλ’ η προαίρεσιν... Δυνατόν, και σφόδρα δυνατόν και γυναίκας έχοντας την αρετήν μετιέναι, εάν θέλωμεν”. (P.G. 47, 372-376 και P.G. 63, 67-68)


Οι κοπιώντες και απαρνησάμενοι εαυτούς

Δεύτε προς με οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι και εγώ αναπαύσω εσάς, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού.. ός γάρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι απολέσει αυτήν.

Ο Κύριος στο κήρυγμα του καλεί όσους κουράστηκαν και φορτίστηκαν με βάρη να σηκώσουν το σταυρό τους και να αρνηθούν τον εαυτό τους απολώνατς την μέχρι τώρα ζωή τους. Έτσι θα μπορέσουν να τον γνωρίσουν, να πιουν το αθάνατο νερό της Βασιλείας Του.

Κουρασμένοι είναι όσοι ταλαιπωρήθηκαν από τις θλίψεις, τις αρρώστιες, τις στερήσεις και τις δυστυχίες της ζωής, όσοι φορτώθηκαν με τα βαριά φορτία από τους Φαρισαίους της κάθε εποχής, όσοι αποξενώθηκαν από τις επίσημες Εκκλησίες για την αλήθεια του Χριστού, όσοι απομακρύνθηκαν με φόβο απ’ τον τρομοκράτη Θεό της δικανικής Ηθικής της Δύσης, όσοι στροβιλίζονται αδιάκοπα μέσα στις μάταιες έγνοιες και φροντίδες της καθημερινής ζωής, όσοι πνίγηκαν μέσα στα τείχη της παγερής μοναξιάς, όσοι απελπίστηκαν για τα κακά που δεν ήρθαν ακόμα, όσοι σκλαβώθηκαν στον μηχανικό τρόπο ζωής της σύγχρονης Βαβυλώνας, όσοι πληγώθηκαν από την αδυναμία των συνανθρώπων τους να τους αγαπήσουν.

Όλους αυτούς ο Χριστός τους κάλεσε νάρθουν κοντά του, αφού πρώτα απαρνηθούν τον εαυτό τους, απολέσουν δηλαδή κάθε τι που θα βεβαίωνε το εγώ τους, καθετί που θα τους καταξίωνε σ΄ αυτόν τον κόσμο, κύρος, δόξα, φυσική δύναμη, εξυπνάδα, ομορφιά, πλούτο, σηκώνοντας τον σταυρό τους, μη δειλιάζοντας δηλαδή να αναγνωρίσουν τις καθημερινές τους αστοχίες, τις πτώσεις τους, την ανεπάρκεια τους ως άτομα να ξεπεράσουν την φθαρτότητα της φύσης τους, τον θάνατο.

Τώρα πλέον δεν είναι μονάχοι, είναι φίλοι και προσκεκλημένοι του Κυρίου τους, όπως η Σαμαρείτιδα, ο Τελώνης Ματθαίος, η Πόρνη, ο Τυφλός και ο Ληστής.

Ο Χριστός μας καλεί αδιάκοπα ως πατέρας να εισέλθουμε στη χαρά Του, να δειπνήσουμε μαζί Του μέσα στο φως της Ανεσπέρου ογδόης μέρας της Ανάστασής Του, να ξαναγευτούμε την χαμένη μας απλότητα, ευθύτητα και ιλαρότητα, να ξεκουραστούμε μες την αγάπη του, να τραφούμε με την ελπίδα ότι στο τέλος θα σκεπάσει όλα τα πταίσματά μας και όπως οι πέντε παρθένες της παραβολής, θα μπορέσουμε να έρθουμε να τον προσκυνήσουμε στη δεύτερη και ένδοξη παρουσία του.



ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ