ΤΕΥΧΟΣ 6

Σεπτέμβριος 1988


ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΣΕ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ

Στο τεύχος, Μαϊος 1988, η “Επίγνωση” είχε μικρό σχόλιο με επικεφαλίδα “όχι άλλη σύγχυση”, διαμαρτυρόμενη για σειρά άρθρων της εφημερίδας “Ορθόδοξος Τύπος”, με τίτλο “τι γίνεται μετά το χωρισμό της ψυχής από του σώματος”. Χωρίς να ονομάζει ούτε την εφημερίδα, ούτε το συγγραφέα, το σημείωμα εφιστούσε την προσοχή των ευσεβών να μη δίνουν πίστη σε κείμενα που ενώ έχουν κακόδοξο περιεχόμενο, εμφανίζονται σαν πατερικά. Επρόκειτο για την “δι’ Αγγέλου Αποκάλυψη..” που αποδίδεται κακώς στον Άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο και σε ορισμένες εκδόσεις βρίσκεται τυπωμένη μετά τις “πνευματικές ομιλίες” του. Για να ενημερώσουμε δε με συντομία τον αναγνώστη παραπέμψαμε στις εκδόσεις ΒΕΠΕΣ τόμος 41 και 42 καθώς και στα εισαγωγικά σημειώματα του καθηγητού της πατρολογίας κ. Μπόνη.

Το σχόλιο αυτό θορύβησε το συγγραφέα των άρθρων Π. Μ. Σωτήρχο, γιατί το νόθο αυτό κείμενο ήταν το θεμέλιο των όσων έγραψε. Προσπάθησε, λοιπόν, να μας αντικρούσει με νέα σειρά άρθρων στα φύλλα 797 και 798 της ιδίας εφημερίδας. Μίλησε για κάποιο μικρό και αμελητέο χειρόγραφο φυλλάδιο, που τόλμησε να τον κρίνει, τη στιγμή που σε όλους είχαν μεγάλη απήχηση τα άρθρα του. Παραπονέθηκε ότι ο σχολιογράφος ήταν δήθεν ανώνυμος, τη στιγμή που τα στοιχεία του υπευθύνου ήταν γραμμένα στην επικεφαλίδα του περιοδικού, και ενώ είναι φανερό πως όλα τα σχόλια, καθώς και τούτη η απάντηση είναι προϊόν συνεργασίας όλων όσων κοπιάζουν, για την έκδοση του φυλλαδίου. Μας κατηγόρησε για κακοδοξία και επιστημοσύνη, μας ονόμασε μωρούς, είπε ότι δήθεν ασχολούμαστε με “επαγγελματική φιλολογία” και ευχήθηκε να διδαχθούμε από το πάθημά μας.

Με τον κ. Σ. δεν έχουμε καμιά προσωπική διαφορά. Τον γνωρίζουμε μόνον από τα γραπτά του, που είναι συμπαθή και φανερώνουν ευσέβεια. Λυπούμαστε που αναγκαζόμαστε να’ρθουμε σ’ αυτήν την αντιπαράθεση μαζί του. Το κάνουμε για λόγους πίστεως πολύ σοβαρούς, επειδή η πλάνη του “τελωνισμού των ψυχών” μαστίζει και κατατυραννεί πλήθη “ορθοδόξων” και αλλοιώνει καίρια την όλη περί Θεού, κρίσεως, ουρανίου βασιλείας και κολάσεως διδασκαλία της Εκκλησίας.

Η ΓΝΗΣΙΟΤΗΣ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Η γνησιότης των κειμένων στην εκκλησία του Χριστού δεν κρίνεται επιστημονικά. Δεν έχει βασική σημασία ποιος έγραψε ένα κείμενο, ούτε αν φέρει το όνομα κάποιου συγγραφέως. Συγγραφεύς όλων των γνησίων κειμένων της εκκλησίας του Χριστού είναι το Πνεύμα το Άγιο. Οι άνθρωποι που τα έγραψαν δεν ήταν παρά μόνον τα καλοπροαίρετα ελεύθερα όργανά του, παρ’ όλο ότι διατηρούν ακέραια την προσωπικότητά τους. Όταν σ’ ένα κείμενο πνέει το πνεύμα το Άγιο, το κείμενο αυτό είναι γνήσιο, όταν πνέει το πνεύμα της πλάνης ή του κόσμου, το κείμενο είναι νόθο. Αυτό το τελευταίο συμβαίνει με το ψευδεπίγραφο στο οποίο βασίσθηκε ο κ. Σ. Στην επιστημονική γνώμη του κ. Κ. Μπόνη καταφύγαμε κυρίως γιατί την επιστήμη την υπολογίζουν σήμερα πολύ οι άνθρωποι. Εμείς τη θεωρούμε μόνο σαν βοηθητικό όργανο. Δε μας διακατέχει καμιά “επιστημοσύνη”. Είμαστε απόλυτα σύμφωνοι με τον κ. Σωτήρχο ότι “σημασία έχει το περιεχόμενο του κειμένου και όχι το όνομα του συγγραφέως”. Αυτό ακριβώς το περιεχόμενο είναι η βασική αιτία που κάνει την ορθόδοξη θεολογία να μην παραδέχεται την “δι’ Αγγέλου Αποκάλυψη” σαν γνήσιο κείμενο της εκκλησίας, αφού δεν έχει ούτε το Πνεύμα ούτε την ομοφωνία των Αγίων Πατέρων.

Η ΠΛΑΝΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΙΣΜΟΥ

Στο περί “τελωνίων” λαογραφικό σημείωμα της “Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαιδείας” διαβάζουμε: “καλούνται τελώνια τα πονηρά πνεύματα, τα οποία συναντώσι καθ’ οδόν αι ψυχαί αποδημούσαι του κόσμου. Τα πνεύματα ταύτα ανακρίνουσι τας ψυχάς και τας μεν των δικαίων παραδίδουν εις τους αγγέλους, οίτινες τας οδηγούν εις τον Παράδεισον, τας δε των αδίκων αποστέλλουσιν εις τον Άδην”.

Πράγματι στην “δι’ Αγγέλου Αποκάλυψη” διαβάζουμε: “Από της γης έως τον ουρανόν υπάρχει κλίμαξ, και κάθε σκαλώνιον έχει τάγμα δαιμόνων, οίτινες λέγονται τελώνια, και απαντώσι την ψυχήν εκείνην τα πονηρά πνεύματα, και φέρουσι τα χειρόγραφα αυτής... η δε ψυχή συστέλλεται και τρόμος συνέχει αυτήν... και γίνεται μεγάλη διάλεξις και μέγας θόρυβος... και κραυγάζοντες οι δαίμονες, ελέγχουν την ψυχή εκείνην, φόβον ποιούντες και λέγοντες “πού πορεύει; ουκ ει συ ο πορνεύσας;... απόστρεψε εις το πυρ το εξώτερον... ει δε ευρεθή η ψυχή καθαρά και αναμάρτητος, ανέρχεται... εν τω ουρανώ και συναντώσιν αυτήν οι Άγγελοι μετά λαμπάδων και θυμιαμάων... είτα απέρχονται εις τον δεσποτικόν θρόνον και προσκυνεί (η ψυχή) τον Κύριον και Θεόν ημών Ιησούν Χριστόν”.

Με άλλα λόγια η πλάνη του “τελωνισμού” θεωρεί τους δαίμονες κριτές του ανθρώπου ή τουλάχιστον ανακριτές και βοηθούς του Θεού στην κρίση του. Αυτοί κοσκινίζουν τις ψυχές και, όσες είναι άξιες και αναμάρτητες τις αφήνουν να φθάσουν μέχρι το θρόνο του Θεού. Εκτός από τη δικανική ανθρωπομορφική περί κρίσεως κακοδοξία που υπάρχει στη διδασκαλία αυτή, τα δαιμόνια αποδεικνύονται συνεργάτες του Θεού τόσο για την κρίση όσο και για την τιμωρία των αμαρτωλών. Το δικαστήριο των τελωνίων είναι ένα κατώτερο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αν και πουθενά στο μύθο δε φαίνεται και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο του ίδιου του Θεού. Όσοι περάσουν τα τελώνια είναι ήδη σεσωσμένοι και πηγαίνουν κατ’ ευθείαν στον παράδεισο. Όσοι κρατηθούν από τα τελώνια δε φαίνεται να έχουν καμιά δυνατότητα προσφυγής στον ίδιο τον Θεό. Ο μύθος μας αφήνει να εννοήσουμε ότι η κρίση έχει αφαιθεί εξ ολοκλήρου στα δαιμόνια. Και αφού τίποτε δε γίνεται εν αγνοία και χωρίς την έγκριση του Θεού, ο Θεός αποδεικνύεται συνεργαζόμενος με αυτούς που θεωρούνται εχθροί Του. Αφήνουμε ότι μετά από αυτή την κρίση των ψυχών, την τόσο αμετάκλητη, δεν έχει κανένα νόημα η μετά την ανάσταση των νεκρών κρίση, για την οποία μιλούν τα Ευαγγέλια και οι Πατέρες της Εκκλησίας.

Η ΚΒ΄ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ

Πρώτο επιχείρημα του κ. Σ. υπέρ του “τελωνισμού” είναι όσα γράφει ο Άγιος Μακάριος στη γνήσια μικρή ΚΒ΄ Ομιλία του: “... ει γαρ ζων και ων εν τω αιώνι τούτω, υπετάγη και υπήκουσε και δούλος εγένετο (τοις δαίμοσι), πόσο μάλλον όταν εξέρχηται εκ του κόσμου, κατέχεται και κρατείται υπ’ αυτών... και γαρ τοις αγίοις δούλοις του Θεού από του νυν εισίν Άγγελοι παραμένοντες και πνεύματα άγια κυκλούντα αυτούς και φυλάττοντα^ και όταν εξέλθωσιν από του σώματος, οι χοροί των Αγγέλων παραλαμβάνουσιν αυτών τας ψυχάς εις το ίδιον μέρος, εις τον καθαρόν αιώνα, και ούτως αυτούς προσάγουσι τω Κυρίω”.

Πού υπάρχει διδασκαλία περί “τελωνισμού” στο κείμενο αυτό;

Απεναντίας, βλέπουμε την τελείως αντίθετη, την ορθόδοξη περί κρίσεως διδασκαλία: Ο κάθε άνθρωπος, από τούτη τη ζωή, κατατάσσει τον εαυτό του ή με τους φίλους του Θεού Αγγέλους και αγίους ή με τους εχθρούς του Θεού δαίμονες και ασεβείς. Και είναι φυσικό, όπως λέγει ο Άγιος, η κατάσταση που υπάρχει σ’ αυτή τη ζωή να συνεχίζεται και μετά θάνατον. Με τους ασεβείς και τους δαίμονες σου άρεσε να ζεις σ’ αυτή τη ζωή; Με τους δαίμονες και τους ασεβείς θα συνεχίσεις να ζεις και στην άλλη. Ζούσες με τους ευσεβείς και με τους αγγέλους σ’ αυτή τη ζωή; Με τους Αγγέλους και με τους Αγίους θα ζήσεις και στην άλλη, μπροστά στο θρόνο του Θεού. Δεν είναι οι δαίμονες - τελώνια που σε κατατάσσουν μετά θάνατον εκεί που εσύ δε θέλεις. Εσύ ο ίδιος, ελεύθερα και αυτοπροαίρετα, έχεις κατατάξει τον εαυτό σου, από τούτη τη ζωή. Καθαρότατη και ορθοδοξότατη η διδασκαλία του Αγίου.

Το ίδιο νόημα έχουν και τα ευαγγελικά κείμενα για το φτωχό Λάζαρο και τον άφρονα πλούσιο.

Όσο για τις οπτασίες του Αγίου Αντωνίου, που αναφέρει στο βίο του ο Άγιος Αθανάσιος, είναι ολοκάθαρο οτι δεν πρόκειται για οράματα κάποιας μεταθανατίου καταστάσεως αλλά για συμβολική αναπαράσταση της πάλης των πιστών με το διάβολο σε τούτη τη ζωή. (Βλέπε κεφάλαια 65 και 66 του βίου). “Θαύμαζε, λέγει ο Άγιος, βλέποντας με πόσους εχθρούς έχομε να παλαίψουμε, και πόσους κόπους έχει να καταβάλει κανείς για να ανεβεί στον ουρανό”. Οι κόποι και τα παλαίσματα δε γίνονται βέβαια μετά θάνατον. Γίνονται σε τούτη τη ζωή. Τα οράματα αυτά δείχνουν κάτι ανάλογο με την άνοδο της Κλίμακος, του Αγίου Ιωάννου του Σιναϊτου, που κι εκείνη κατορθώνεται εν ζωή.

ΕΝ ΤΩ ΚΑΙΡΩ ΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ ΜΟΥ

Αλλά και όλα τα άλλα κείμενα που φέρνει σαν αποδείξεις “τελωνισμού” ο κ. Σ., το κείμενο του Αγίου Θεοδώρου Εδέσσης και αυτά από την εκκλησιαστική υμνογραφία, αναφέρονται όλα στις τελευταίες προ του θανάτου στιγμές του ψυχορραγούντος και όχι σε γεγονότα που πρόκειται δήθεν να συμβούν μετά το θάνατο. Ο διάβολος και οι συνεργάτες του δαίμονες για να κερδίσουν τον άνθρωπο, που μέχρι το τέλος παρέμεινε αμφίρροπος μεταξύ ευσέβειας και ασέβειας, δίνουν την τελευταία μάχη. Φέρνουν στο νου του λογισμούς ή του δείχνουν σαν σε όραμα τις παλιές του αμαρτίες, για να τον φέρουν σε απελπισία και σύγχυση και να τον πάρουν στη δική τους κατάσταση, πριν περάσει το κατώφλι του θανάτου, όπου “ουκ εστι μετάνοια” και αλλοίωση πνευματική. Προσπαθούν να τον ρίξουν σε απελπισία ή βλασφημία ή τουλάχιστον να τον εμποδίσουν να μετανοήσει και να αφήσει με εμπιστοσύνη την ψυχή του στα χέρια του Κυρίου. Ο διάβολος και οι συνεργάτες του δαίμονες δεν παλεύουν με την ψυχή του ανθρώπου μετά το θάνατο, γιατί τότε δεν έχει κανένα νόημα να παλέψουν μ’ αυτήν, αφού τίποτε δεν μπορούν ν’ αλλάξουν πλέον. Παλεύουν, όμως, απεγνωσμένα προ του θανάτου, γιατί τότε μπορούν να αποκομίσουν λάφυρα, και μάλιστα λάφυρα αιώνια. Για αυτή την κρίσιμη τελευταία προ του θανάτου ώρα μιλούν όλα τα κείμενα που φέρνει ο κ. Σ. Και μένουμε κατάπληκτοι πώς δε το βλέπει αυτό ένας μορφωμένος άνθρωπος και θεολόγος!

Έχε μπροστά στα μάτια σου πάντοτε την τελευταία ώρα του θανάτου”, γράφει ο άγιος Θεόδωρος Εδέσσης. “Και εν τω καιρώ της εξόδου μου”, “εν ώρα με τη φοβερά του θανάτου”, “ας μη δη η ψυχή μου τη ζοφερά και σκοτεινήν όψιν των πονηρών δαιμόνων”, ψάλλει η Εκκλησία. Την ακολουθία εις ψυχορραγούντα φέρνει ο αγαπητός αρθρογράφος σαν επιχείρημα. Αλλά ο ψυχορραγών είναι ακόμη ζωντανός! Το “ψυχορράγημα”, η “τελευταία ώρα του θανάτου”, “ο καιρός της εξόδου”, “η ώρα η φοβερά του θανάτου”, είναι οι τελευταίες στιγμές της ζωής αυτής, οι στιγμές κατά τις οποίες ο άνθρωπος υπογράφει και σφραγίζει τη ζωή του και όχι κάποιο μυθώδες τεσσαρακονθήμερο διάστημα αγρίου τελωνισμού και κρίσεως των ψυχών από τους δαίμονες. Τα τριήμερα, εννεαήμερα και τεσσαρακονθήμερα μνημόσυνα των νεκρών εντάσσονται στην εν αγάπη κοινωνία όλων των μελών της εκκλησίας, ζώντων και τεθνεώτων, και δεν έχουν καμμιά σχέση με τα φοβερά τελώνια και αξιομισθίες που προσφέρουν δήθεν οι ζώντες για να λυτρώσουν τους τεθνεότας από τα νύχια των δαιμονίων. Αυτά είναι καθαρά ειδωλολατρικά κατάλοιπα λαογραφικού ενδιαφέροντος, ανάλογα με τους μύθους των καλλικαντζάρων, των νεκροπομπών του Χάρωνος, του Βαρκάρη του Αχέροντος, που απαιτούσε τον οβολό που έπρεπε να φροντίζουν οι ζωντανοί να βάζουν στο χέρι του νεκρού, μυθεύματα ανάξια Χριστιανών. Οι “τελώνες του δεινού κοσμοκράτορος” δεν είναι άλλοι από τα πονηρά πνεύματα με τα οποία παλεύουμε μια ολόκληρη ζωή και τα οποία ζητούν από μας να τους πληρώσουμε φόρο υποταγής. Αλλά οι Χριστιανοί νικούμε τον κοσμοκράτορα και τους υπηρέτες του “εν τω ενδυναμούντι ημάς Χριστώ” και θνήσκοντας, βρισκόμαστε “εν χειρί Θεού”, όπου κανένας φόβος και κανένας τρόμος δεν υπάρχει, αναμένοντας “την κοινήν ανάστασιν”, όταν το φως του Χριστού θα δείξει αυτόματα την προαίρεση του καθενός και θα χωρίσει τα ήδη από τούτη τη ζωή ερίφια, από τα πρόβατα του Χριστού. Τα “τελώνια” δεν μπορούν να παλέψουν μαζί μας παρά μόνον όσο είμαστε ζωντανοί και τρεπτοί. Μετά θάνατον ή είμαστε ήδη, με τη δική μας ελεύθερη προαίρεση, δουλωμένοι σ’ αυτούς ή έχουμε γλυτώσει οριστικά, και προγευόμαστε εν μυστηρίω την μετά του Θεού Βασιλεία.



ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ