ΤΕΥΧΟΣ 72

Χειμώνας 1999-2000


Εν ταις καρδίαις ημών

(Από επιστολή του αρχιεπ. Λάζαρ Πουχάλο)

Γνωρίζουμε ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών, αλλά από την άλλη ομολογούμε ότι για να βρούμε το Θεό πρέπει να σκύψουμε στην καρδιά μας. Ο ίδιος ο Χριστός είπε ότι "η Βασιλεία του Θεού εντός υμών εστί" και ότι Αυτός και ο Πατήρ θα φτιάξουν την κατοικία Τους μέσα μας. Όμως, είναι φανερό ότι η Βασιλεία του Θεού δεν είναι μέσα στον καθένα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Μια απάντηση στο ερώτημα βρίσκεται στην "Κυριακή Προσευχή", όπου επικαλούμαστε το Θεό λέγοντας "Πάτερ ημών ο εν τοις Ουρανοίς". Η λέξη "ουρανοίς" είναι στον πληθυντικό, και ο Χριστός μας δίδαξε να λέμε έτσι, διότι ο Θεός είναι παρών σε ολόκληρο το σύμπαν. Κατόπιν, ωστόσο, λέμε "ελθέτω η Βασιλεία Σου, γεννηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης" και χρησιμοποιούμε πάλι τη λέξη "ουρανός", αυτή τη φορά στον ενικό. Ο λόγος είναι ότι αν και ο Θεός είναι παρών σε όλο το σύμπαν και κυβερνά την κτίση, η Βασιλεία του Θεού βρίσκεται μόνον όπου γίνεται το θέλημα του Θεού. Αν και ο Θεός είναι παντού παρών, δεν είναι δικτάτορας, δεν εισέρχεται διά της βίας στη ζωή κανενός, παρόλο που φανερώνεται σε όλους - ή μάλλον προσφέρεται σε όλους. Ο Θεός είναι πανταχού παρών, αλλά τον βρίσκουν μόνον όσοι τον αναζητούν. Ο Θεός βρίσκεται παντού, και για όλους, αλλά δεν τον αναζητούν όλοι, γι΄ αυτό και δεν τον βρίσκουν όλοι.

Όταν λέμε ότι η Βασιλεία του Θεού είναι μέσα στην καρδιά μας, κατά τα λόγια του Χριστού, αυτό σημαίνει ότι αγωνιζόμαστε και επιθυμούμε ο Θεός να βασιλεύσει στην καρδιά μας. "Γεννηθήτω το θέλημά Σου, ως εν Ουρανώ και επί της γης". Αλλά που είναι ο Ουρανός; Όπου γίνεται το θέλημα του Θεού. Έτσι, λοιπόν, η καρδιά μας γίνεται ουρανός, όταν αγωνιζόμαστε να κάνουμε το θέλημα του Θεού. Γι΄ αυτό και φέρνουμε το μυαλό στην καρδιά, για να συναντήσουμε το Χριστό. Όταν μιλάμε για τη Βασιλεία του Θεού δεν το εννοούμε με πολιτική ή κοσμική έννοια, αλλά μάλλον εννοούμε τον πνευματικό χώρο της καρδιάς όπου επιτρέπουμε στο Χριστό να κυβερνήσει.

Είναι άξιο απορίας πώς οι τρείς Μάγοι, που ταξίδεψαν από την Περσία στη Βηθλεέμ, άνοιξαν τον εαυτό τους στη Χάρη του Θεού ώστε να δούν και να ακολουθήσουν την δι΄ αστέρος αποκάλυψη του Αγίου Πνεύματος. Γιατί άραγε, αυτοί οι τρείς άνθρωποι επιλέχτηκαν να κάνουν τέτοιο ταξίδι και να παραστούν μάρτυρες στην ενσάρκωση του Μεσσία; Κάποια μεγάλη αποκάλυψη πρέπει να κρύβεται σ΄ αυτό το γεγονός. Ίσως η ιστορία αυτή θέλει να μας πεί ότι με κάποιο μυστηριώδη τρόπο, η Βασιλεία του Θεού είναι παρούσα στην καρδιά του κάθε ανθρώπου που γεννιέται στον κόσμο. Η Βασιλεία υπάρχει, αλλά είναι ανεκπλήρωτη, και βαθιά στη συνείδηση του ανθρώπου είναι γραμμένη η επιθυμία να βρεί το Βασιλέα και να γεμίσει το κενό. Γι΄ αυτό το λόγο οι άνθρωποι σε κάθε τόπο και χρόνο έχουν μια βαθιά αίσθηση αναζήτησης του Θεού.

Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι οι Μάγοι κατά την εποχή της ενσάρκωσης του Χριστού, είχαν στη γραπτή ή προφορική τους παράδοση κάποια γνώση για το χρόνο της γέννησης του Μεσσία, μέσω των προφητειών του Δανιήλ, ο οποίος υπήρξε σύμβουλος του αυτοκράτορα και πρώτος των Μάγων της Περσίας, κατά την αρχαιότητα. Στο κάτω-κάτω, ο Προφήτης Δανιήλ είχε προφητεύσει για την έλευση του Χριστού, με μεγάλη ακρίβεια. Οι τρείς Μάγοι είχαν ανοιχτή την καρδιά τους σ΄ αυτή την προφητεία και πρέπει να ένοιωθαν έντονη επιθυμία γι΄ αυτόν τον Μεσσία που θα ερχόταν. Το "αστέρι" που είδαν ήταν μια φανέρωση της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος. Δεν είδαν και δεν ακολούθησαν κάποιο πραγματικό αστέρι στον ουρανό. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας λέγει ότι επρόκειτο για νοητή όραση. Το αστέρι που είδαν οι τρείς σοφοί ήταν μια νοητή εικόνα και αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί είχαν ανοιχτή καρδιά και επιθυμούσαν την εκπλήρωση της Βασιλείας που με σκιώδη τρόπο ήταν παρούσα μέσα τους. Ανοιχτοί καθώς ήταν στη Θεία Χάρη, άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι αυτή η Βασιλεία που υπήρχε στην καρδιά τους ήταν άδεια, και επιθύμησαν να βρούν τον Βασιλέα που θα την ολοκλήρωνε. Κι επειδή η καρδιά τους ήταν ανοιχτή στη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, το Πνεύμα το άγιο τους οδήγησε στη Βηθλεέμ. Είναι πραγματικά μεγάλο το μυστήριο, διότι κατά την αρχαιότητα το άγιο Πνεύμα οδήγησε το λαό του Ισραήλ μακριά από τα δεσμά της Αιγύπτου, εκδηλώνοντας την ενέργειά Του ως νεφέλη ή στήλη πυρός, ενώ τώρα η ίδια χάρη, σαν αστέρι, οδηγεί τους Μάγους από το σκοτάδι στο φως, από τη δουλεία στην ελευθερία.
Από την άλλη μεριά, ο Ηρώδης και οι άρχοντες της Ιερουσαλήμ είχαν κι αυτοί τις ίδιες προφητείες του Δανιήλ και των άλλων προφητών, καθώς και την ιερή παράδοση του Ισραήλ. Είχαν τις Γραφές, ήταν ο περιούσιος λαός, αυτοί στους οποίους ο Θεός υποσχέθηκε τον Μεσσία. Όταν οι Μάγοι είδαν το παράδοξο σημείο, κατάλαβαν την προφητεία και γέμισαν από χαρά κι ελπίδα. Δεν συνέβη όμως το ίδιο με τον Ηρώδη και τους άρχοντες των Ιεροσολύμων. Οι Μάγοι έψαχναν το Χριστό, διότι ήθελαν έναν Βασιλέα να βασιλεύσει στην καρδιά τους, ενώ ο Ηρώδης Τον έψαχνε για να τον σκοτώσει. Η καρδιά του Ηρώδη γέμισε ζήλια και πικρία, ενώ αυτοί οι εθνικοί και ξένοι έφυγαν με τον Βασιλέα στην καρδιά τους και την ελπίδα της αιωνιότητας γραμμένη στην ψυχή τους.
Ο Θεός, λοιπόν, ήταν παντού παρών, αλλά αυτό μάλλον δεν ωφέλησε ιδιαίτερα τον Ηρώδη, ενώ έκανε μεγάλο καλό στους Μάγους. Για τον πρώτο το αποτέλεσμα ήταν περισσότερο σκότος, ενώ για τους άλλους, η αυγή του ανεσπέρου φωτός. Η παρουσία του Θεού έκαψε τον Ηρώδη σαν τη φωτιά της κολάσεως, αλλά φώτισε τους Μάγους ως Ήλιος της Δικαιοσύνης. Ήταν η ίδια φωτιά, αλλά η ενέργειά της στον καθένα ήταν διαφορετική. Για τους Μάγους η φωτιά προέρχονταν από το Θεό που κατοικούσε μέσα τους, για τον Ηρώδη προέρχονταν από τον Θεό που, αν και πανταχού παρών, του ήταν ξένος και του ήλεγχε τη συνείδηση.

Αν δεν ανοίξουμε την καρδιά μας ελεύθερα, ώστε να κατέβει ο Θεός, η δική Του πανταχού παρουσία στο σύμπαν δεν μπορεί να μας αγγίξει προσωπικά. Η φανέρωση της Βασιλείας του Θεού στην καρδιά μας, όμως, μας αγκαλιάζει προσωπικά και μας ενώνει με όλο το Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Όταν ο Κύριος ήθελε να φανερωθεί στους ανθρώπους, σαρκώθηκε, ώστε να μπορούμε να Τον δούμε και να Τον συλλάβουμε με το πεπερασμένο μυαλό μας. Τώρα που αναλήφθηκε στους "Ουρανούς", συνεχίζει να κατεβαίνει στην καρδιά μας διά του Αγίου Πνεύματος. Μπορούμε, λοιπόν, να τον συναντήσουμε εδώ, μέσα μας και όχι "εκεί έξω", μακριά από τον ορίζοντα των γεγονότων του γαλαξία μας. Δεν μας ωφελεί καθόλου το ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών και πληρεί τα πάντα, αν δεν του επιτρέψουμε να μπεί μέσα μας και να γεμίσει κι εμάς.

Αν και ο Θεός είχε φανερωθεί στους Εβραίους με τις άκτιστες ενέργειές Του τόσες φορές και με τόσα θαύματα, αυτοί δυσκολεύονταν να παραμείνουν πιστοί και να έχουν διαρκώς συνείδηση της παρουσίας Του. Έτσι, ο Κύριος τους ζήτησε να κατασκευάσουν στην έρημο την Κιβωτό της Διαθήκης και υποσχέθηκε ότι θα ήταν προσωπικά παρών στα άγια των αγίων. Για χάρη του ανθρώπου ο Θεός "εσμικρύνθη", και χώρεσε την παρουσία Του σε ένα μικρότερο τόπο, ένα τόπο πιο οικείο για το στενό και πεπερασμένο μυαλό μας. Με τον τρόπο αυτό, ο Θεός έδωσε στους ανθρώπους κάτι που μας είναι αναγκαίο και πολύτιμο: τη δυνατότητα να εστιάσουμε το νού. Όταν οι άνθρωποι άρχισαν να ψάχνουν στο σύμπαν για να βρούν το Θεό οδηγήθηκαν σε πλάνη και ειδωλολατρία και άρχισαν να λατρεύουν το κτιστό παρά τον Κτίστη. Τι θαύμα αγάπης, ταπείνωσης και πραότητας ότι ο Θεός ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, εκκενώθη και κατέβηκε για χάρη μας ώστε να Τον γνωρίσουμε και να συλλάβουμε την αγάπη Του! Όπως εισήλθε στα άγια των αγίων, κατά την Παλαιά Διαθήκη, έτσι και τώρα εισέρχεται στην καρδιά μας και την καθιστά άγια των αγίων, τύπο του Παραδείσου και φανέρωση της Ουράνιας Βασιλείας. Έτσι, μπορούμε να μπούμε στην καρδιά μας και να Τον βρούμε. Αλήθεια, κατά την εορτή της Γεννήσεως, οι καρδιές μας μπορούν όχι μόνο να γίνουν Βηθλεέμ, αλλά η ίδια η Φάτνη των αλόγων. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη "οικονομία", για ένα θαύμα θείας αγάπης, που μας δόθηκε ώστε να συναντούμε τον Θεό προσωπικά.

Γι΄ αυτό, λοιπόν, αν και ο Θεός είναι πανταχού παρών, χρειάζεται να μπούμε και να τον ψάξουμε στην καρδιά μας.


Χριστός γεννάται, δοξάσατε!


Η εικόνα του Χριστού ως Αναπεσόντος
(Γεωργίου Γαβριήλ, (1988)

Αν και δεν εικονίζει τη σκηνή της Γεννήσεως, η εικόνα του αναπεσόντος Χριστού σε παιδική ηλικία, χρησιμοποιείται συχνά σε αναφορά με την εορτή της Γεννήσεως. Αρχίζει να ζωγραφείται στα μέσα Βυζαντινά χρόνια και απαντάται συνήθως πάνω από την κύρια είσοδο του ναού.

Το όνομα της εικόνας προέρχεται από την προφητεία που λάλησε ο Ιακώβ πρίν πεθάνει, ενώπιον των υιών του, που υπήρξαν κατόπιν οι πατριάρχες των δώδεκα φυλών:

"Σκύμνος λέοντος Ιούδα. εκ βλαστού υιέ μου ανέβης. αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος. τις εγερεί αυτόν;" (Γεν. μθ΄ , 9)

Πρόκειται για μια από τις αρχαιότερες προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης σχετικά με την έλευση του Χριστού, παλαιότερη του Μωσέως και των άλλων προφητών. Ο μάντης Βαλαάμ προφήτευσε κι αυτός αργότερα (Αριθμ. κδ΄ , 9) με τα ίδια λόγια. Ο Ιακώβ δεν προφητεύει για κάποιον από τους γιούς του. Προλέγει, ανάμεσα σε άλλα, ότι η χώρα της φυλής του Ιούδα, η Ιουδαία, θα γινόταν το βασίλειο των Εβραίων και θα είχε μια αδιάσπαστη συνέχεια βασιλέων, μέχρι την έλευση του Σωτήρα. "Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα έως εάν έλθει τα αποκείμενα αυτώ, και αυτός προσδοκία εθνών" (στ. 10). Κατά την ακμή της η Ιουδαία περιήλθε υπό τον Οίκο του Δαυίδ και παρέμεινε ενιαίο βασίλειο μέχρι τα χρόνια που ο Χριστός ήταν μικρό παιδί.

Γιατί ο Ιακώβ ονομάζει "υιό" του και "σκύμνον λέοντος Ιούδα", Αυτόν που θα "ανέβαινε εκ βλαστού"; Κατά τον άγ. Ιωάννη τον Χρυσόστομο ο βλαστός, το νεαρό κλαδί, σημαίνει την Παρθένο, το μυστήριο της Θεοτόκου. Η Γραφή χρησιμοποιεί την εικόνα του λέοντος ως σύμβολο δύο διαφορετικών πραγμάτων. Σε πολλές περιπτώσεις υποδηλώνει το διάβολο, που "ως λέων ωριόμενος ζητεί τίνα καταπίει". Επίσης, υποδηλώνει τη βασιλική ιδότητα. Το αναπεσόν παιδίο είναι από βασιλική γενεά διότι είναι Υιός του Ουρανίου Βασιλέα, αλλά και ως υιός ανθρώπου, είναι απόγονος του βασιλέα Δαυίδ. Γι΄ αυτό και στην εικόνα ανακλίνεται όχι σε φάτνη, αλλά σε βασιλικό ανάκλιντρο. Και αντί για σπάργανα, είναι ενδεδυμένος χιτώνα βασιλικό.

Ο Ιακώβ αναφέρεται στα "αποκείμενα αυτώ", σ΄ αυτά που τον περιμένουν, το σταυρό, το πάθος, το θάνατο. Αλλά, αναφέρεται στο θάνατο ως ύπνο (αναπεσών εκοιμήθης) και μάλιστα κάνει και μια έμμεση αναφορά στην Ανάστασή Του: "Τις εγερεί αυτόν;" Ποιος έχει τη δύναμη να αναστήσει έναν βασιλέα; Κανείς εκτός από αυτόν τον ίδιο. Λέγει ο Χριστός, "Ουδείς αίρει την ψυχήν μου απ΄ εμού, αλλ΄ εγώ τίθημι αυτήν απ΄ εμαυτού. εξουσίαν έχω θείναι αυτήν και εξουσίαν έχω πάλιν λαβείν αυτήν" (Ιω. ι΄ , 18).

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας δίνει το νόημα του ύπνου του Χριστού, ως λέοντος: "Όπως ο λέων είναι φοβερός ακόμη κι όταν κοιμάται, έτσι και ο Χριστός ήταν δυνατός ακόμη και την ωρα του θανάτου του και πρόξενος φοβερών θαυμάτων: κρύφθηκε ο ήλιος, σείστηκε η γή, κόπηκαν βράχοι, σχίστηκε το παραπέτασμα του Ναού. Σκότος κατέλαβε τη γή και νύχτα εμφανίστηκε το καταμεσήμερο. Ο θάνατος καταργήθηκε και η τυρρανία του καταστράφηκε. Πολλά σώματα των κεκοιμημένων αγίων αναστήθηκαν. Αυτά τα φοβερά προείδε ο πατριάρχης και προφήτευσε λέγοντας: Αναπεσών εκοιμήθης ως λέων".

 


Μεθεόρτια

Αντιμέτωποι με το εορταστικό παραλήρημα κατά την αλλαγή της χιλιετίας, αλλαγή τόσο αναμενόμενη, αλλά και αμφιλεγόμενη ως προς τη χρονική της ακρίβεια, είναι επόμενο να αναζητά κανείς κάποιο νόημα πίσω από το έστω συμβατικό χρονικό ορόσημο. Αναπόφευκτα, αναρωτιέται κανείς, τι γιόρτασαν τόσο εκστατικά οι λαοί και οι φυλές της γης; Πόση σχέση είχε αυτή η παγκόσμια γιορτή με τα δύο χιλιάδες, σχεδόν, χρόνια της χριστιανοσύνης, το γενέθλιο της οποίας σηματοδοτεί η πολυδιαφημισμένη ημερομηνία;

Πλήθη κόσμου, σε χώρες όπου το ημερολόγιο δεν έχει κάν σχέση με αυτό του δυτικού κόσμου, ενέδωσαν στη λατρεία των τριών μηδενικών, προβάλλοντας ήθη και παραδόσεις, που περισσότερο σχετίζονταν με έναν αρχαίο ή νέο παγανισμό, παρά με οποιαδήποτε χριστιανική παράδοση. Η περίσταση μάλλον αποτέλεσε ορόσημο της νέας εποχής, αποδεικνύοντας τη δύναμη και την έκταση της παγκοσμιοποίησης, διαγράφοντας ταυτόχρονα και τις πνευματικές τάσεις του αιώνα που έρχεται. Τάσεις που εναγκαλίζονται τον παγκόσμιο θρησκευτικό συγκρητισμό και κόβουν όλο και περισσότερο τον λώρο με την παράδοση της Εκκλησίας.

Ποιά σημασία μπορεί να έχει η αλλαγή του αιώνα και της χιλιετίας για τους πιστούς; Η μέτρηση του χρόνου είναι ένα τεχνητό κατασκεύασμα. Μας θυμίζει απλώς τη θνητότητά μας. Η Βασιλεία του Θεού είναι αιώνια, η Εκκλησία είναι διαρκής και η ορθόδοξη πίστη απαράλλαχτη. Η αλλαγή των χρόνων και των αιώνων έχει για μας σημασία στο βαθμό που μας κάνει να αναρωτιόμαστε για το νόημα της ζωής μας και την ποιότητα της πνευματικής μας προσπάθειας.

Για πολλούς, η αλλαγή της χιλιετίας ήταν αφορμή για φόβο και αναστάτωση, με διάφορες αφορμές, φανταστικές ή πραγματικές. Η ανθρώπινη ψυχή έχει βαθιά ρίζα στο φόβο και τη δεισιδαιμονία, ιδιαίτερα όταν περιφέρεται χωρίς σταθερή άγκυρα σε τέτοιες εποχές σύγχυσης και γρήγορων αλλαγών.

Άς ξεκινήσουμε την περιπέτεια του νέου αιώνα, έχοντας την άγκυρα της ελπίδας μας στο Χριστό, κρατημένοι σταθερά από την αλήθεια της πίστης. Το Πνεύμα το Άγιο χαρίζει μέσα μας τη βεβαιότητα της παρουσίας του Χριστού και της αγάπης Του για μας, διώχνοντας κάθε φοβία και αμφιβολία. Όμως, τίποτε στη ζωή μας δεν είναι δεδομένο και δεν μας χαρίζεται αν εμείς δεν αγωνιστούμε να μήν το χάσουμε. Το ίδιο συμβαίνει και με την ορθόδοξη πίστη, ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου πολλές φωνές υπονομεύουν την άγκυρα της πίστεως, έστω κι αν όλες δεν το ομολογούν ανοιχτά. Πολλοί είναι αυτοί που συντάσσονται στις μέρες μας με τη δημιουργία μιας παγκόσμιας θρησκείας, στην οποία ο Ιησούς Χριστός, ως μόνος αληθινός Θεός και Σωτήρας, δεν θεωρείται απαραίτητος, και η πίστη σ΄ Αυτόν δεν αποτελεί προϋπόθεση σωτηρίας.

Τη νύχτα της πρωτοχρονιάς, οι τηλεοπτικές κάμερες έδωσαν την ψευδαίσθηση της ενότητας των λαών, οι οποίοι μέσα σε ένα βαβελικό πανηγύρι έβαλαν ο καθένας ένα λιθαράκι από τη δική του παράδοση σε ένα τεράστιο μωσαϊκό. Από αυτό το μωσαϊκό, όμως, λείπει παντελώς ο συνεκτικός ιστός. Ο συναισθηματισμός και η ειρηνόφιλη διάθεση απέναντι στη χαρά της ζωής ίσως είναι αρκετή βάση για τον κόσμο, που δεν μπορεί να δεί κάτι βαθύτερο. Κάθε άνθρωπος, όμως, που αναζητά κάτι αληθινό είναι φυσικό να αναρωτηθεί μήπως με τον τρόπο αυτό οι άνθρωποι κτίζουν το σπίτι τους στην άμμο. Με τη σκέψη αυτή, άς στραφεί να ξαναβρεί το δικό του σπίτι, την Εκκλησία.

Η αλλαγή του αιώνα και της χιλιετίας, μας φέρνει ακόμη πιο κοντά στην τελική κρίση και μας βάζει ακόμη μια φορά μπροστά στην ευθύνη της διάκρισης ανάμεσα στο πρόσκαιρο και στο αιώνιο, ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο. Άς μήν ξεχάσουμε ποτέ ότι ο Χριστός είναι η μόνη υπόσχεση ζωής και η Ορθοδοξία η μόνη αληθινή αποκάλυψη αυτής της ζωής. Μ΄ αυτό το γνώμονα άς πορευτούμε σταθερά στα χρόνια που έχουμε μπροστά μας.

 



ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ