ΤΕΥΧΟΣ 73

Άνοιξη 2000


Πάσχα Κυρίου Πάσχα

Μέσα στη πανηγυρική ατμόσφαιρα της εορτής του Πάσχα ξεχωρίζει ο πάντα επίκαιρος λόγος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ιδιαίτερος τρόπος ευχαριστίας, μια άλλη έκφραση δοξολογίας και ύμνου προς τον «αίτιον» της πανηγύρεως.

«Το επ’ εμοί, ενόσω ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω πάντοτε, ιδίως δε κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη. Εάν επιλάθωμαί σου Ιερουσαλήμ, επιλησθείη η δεξιά μου, κολληθείη η γλώσσα μου τω λάρυγγί μου, εάν μη σου μνησθώ». (Από το διήγημα «Λαμπριάτικος ψάλτης»).

Το ύφος του συγγραφέα χαρακτηρίζεται σε ολόκληρο σχεδόν το έργο του από μια βαθιά ελπίδα και παρηγοριά, και κατ’ εξοχήν εμφανίζεται αναστάσιμο στα Πασχαλινά του διηγήματα. Στα περισσότερα από αυτά η νύχτα της Αναστάσεως αντανακλά ένα ιλαρό ασυνήθιστο φως και μια άφατη χαρά. Η εκκλησιαστική εμπειρία εκφράζεται ως πρόγευση της αιώνιας ευφροσύνης και ως ανταύγεια του άχρονου φωτός, που εκ τάφου σωματικώς επέλαμψε.

«…Αι δύο γυναίκες ήρχισαν να αναζωπυρώσι τα φυτίλια, να ρίπτωσιν έλεαιον εις τας κανδήλας και να κάμνωσιν εγκαρδίους σταυρούς. Ησθάνοντο ανέκφραστον χαράν και γλύκαν εις τα σωθικά των. Ήτον Ανάστασις. Ανάστασις! Το πρόσωπον του Δεσπότου Χριστού έλαμπε με άγιον φως, δεξιά της Ιεράς Πύλης. Η μορφή της Δεσποίνης Θεοτόκου ήστραπτεν εξ αφάτου χαράς αριστερόθεν, κρατούσης το θείον βρέφος της. Η όψις του τιμίου Προδρόμου, με έναν βόστρυχον της κόμης φρίττοντα προς τα άνω, εσελαγίζετο εκ μυστικής ευφροσύνης παραπλεύρως εκείνου ού την φρικτήν κεφαλήν ηξιώθη να χειροθετήση. Και ο ηγαπημένος μαθητής ήτο ακόμη εκεί και συνέχαιρεν επί τη Αναστάσει…» (Λαμπριάτικος ψάλτης).

«…Ο ιερεύς έβαλεν ευλογητόν εις το ύπαιθρον, φερέσας μαύρον επιτραχήλι, και ήρχισε ν’ αναγιγνώσκη την παννυχίδα και το «Κύματι θαλάσσης», όλα διαβαστά. Είτα ανάψας εντός θυμιατού μοσχολίβανον, εθυμίασε τους παρεστώτας όλους και ποιήσας απόλυσιν, έβγαλε το μαύρον επιτραχήλι, εφόρεσεν άλλο ιόχρουν μεταξωτόν, και λευκόν φαιλόνιον, (όλα αυτά τα εξήγαγεν από το δισάκκιον το περικλείον τα ιερά του), και ανάψας λαμπάδα, στραφείς προς τον λαόν, ήρχισε να ψάλλει μελωδικώς το «Δεύτε λάβετε φως», μεθ’ ό έψαλε «Την Ανάστασίν σου Χριστέ Σωτήρ». Και αφού ήναψαν τας λαμπάδας όλοι, αναγνούς το ευαγγέλιον και δοξάσας την Αγία Τριάδα, ήρχισε μεγάλη και βροντώδει τη φωνή να ψάλη το Χριστός Ανέστη, αντιψάλλοντος και του υιού του, παιδίου δωδεκαετούς, όστις τον είχε συνοδεύσει ως συλλειτουργός εις την εκδρομήν. Ωραία δε και γλυκεία ήτο η σκηνή εντός του ερειπίου εκείνου, του μεγαλομαρμάρου και επιβλητικού εις την όψιν, αγλαϊζομένου από το τρέμον υπό την πνοήν της αύρας της νυχτερινής φως πεντήκοντα λαμπάδων, σκηνή φωτεινή και σκιερά, διαυγής και μυστηριώδης, εν μέσω γιγαντιαίων δρυών…» (Στην Άγια Αναστασιά).

Το μυστήριο της Ανάστασης αγγίζει ολόκληρο το σύμπαν. «Σήμερον πάσα Κτίσις αγάλλεται και χαίρει, ότι Χριστός ανέστη και άδης εσκυλεύθη». Η Ανάσταση του Χριστού έβγαλε από τη φθορά και το θάνατο στη ζωή και την αφθαρσία όχι μόνο τον άνθρωπο, αλλά όλη την υπόλοιπη κτίση, που κι αυτή «συστενάζει και συνωδίνει αποκαραδοκούσα την απολύτρωση των τέκνων του Θεού».
Έχοντας βαθιά επίγνωση της ενότητας του ανθρώπου με την υπόλοιπη δημιουργία, ο Παπαδιαμάντης δεν κουράζεται να περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τη συμμετοχή της φύσης στη δόξα της Ανάστασης.

«…Και η αγραμπελιά η χιονανθής, η λευκάζουσα και μυροβολούσα εις τους φράκτας, λευχείμων μυροφόρος, εορτάζουσα την Ανάστασιν, και ο κισσός και το αγιόκλημα, πλόκαμοι της Ανοίξεως, εξαπλούσης την μυροβόλον κόμην της ανά τους αγρούς, διέχυνον ζωηροτέραν εν τη νυκτί την ευωδίαν των εις τον αέρα. Και η αργυρά αμμόκονις των άστρων ωλιγόστευεν επάνω, καθ’ όσον υψούτο η σελήνη και η αηδών ηκούετο μινυρίζουσα, βαθειά εις τον μυχόν του δάσους, και ο γκιώνης, μη δυνάμενος να διαγωνισθή προς την λιγυράν αδελφήν του, έπαυσε προς καιρόν το θρηνώδες άσμα του» (Στην Άγια Αναστασιά).

Στο ίδιο διήγημα και μετά την αναστάσιμη λειτουργία, ο Παπαδιαμάντης περιγράφει την ομορφιά του τοπίου. Οι εικονισμοί που χρησιμοποιεί και το εκκλησιαστικό του ύφος συνθέτουν έναν ύμνο της φύσεως προς τον αναστάντα Χριστό.

«…Περί το λυκαυγές έληξεν η λειτουργία και ο ουρανός, πορφυρίζων εκεί προς ανατολάς, έσμιγε με την θάλασσαν κυανήν απλουμένην κάτω, η δε σελήνη ωχρίασε και τα ολίγα άστρα ανά έν έσβυναν τρέμοντα εις τον αιθέρα. Και η Ηώς ανέτειλε με όλην την πορφυράν αίγλην, καλλωπίζουσα με γλυκύ ερύθημα βουνά, κοιλάδας και δάση…Τέλος εφάνη του ηλίου η πρωτη ακτίς, και ανέθορεν από της θαλάσσης μία πυρίνη παμφαής γραμμή του πνακελάμπρου φωστήρος. Και την ιδίαν στιγμή ηκούσθη πρώτη μεγάλη κι επιβλητική φωνή, ο κλαγγασμός του αετού, χαιρετίσαντος την ανατολήν του ηλίου επάνω εις το βουνόν, από της αφθάστου και απατήτου επί των απορρώγων βράχων καλιάς του…Και τελευταία αμέσως εχαιρέτησε διά του μινυρισμού της την ανατολήν του ηλίου η γλυκεία χελιδών, η επανευρούσα και εφέτος την φωλεάν της άθικτον εις τα ιερά σκηνώματα, εις τον οίκον του Κυρίου, ως και εις τα καλύβια των χωρικών και εις τας οικίας των αγαθών ανδρών της πόλεως…»

Ούτε στο ελάχιστο δεν θα μπορούσε η παραπάνω περιγραφή να δικαιώσει όσους ανυποψίαστους από τις πνευματικές αναφορές και εικόνες του Παπαδιαμάντη, του αποδίδουν παγανιστικά βιώματα. Ο Παπαδιαμάντης με τη γλώσσα του μας προκαλεί να θυμηθούμε τι εικονίζει η ανατολή, ποιος απέδωσε «άθικτον» την ανθρώπινη φύση ενώπιον του θρόνου του Θεού και μας θυμίζει τον εικονισμό του Ιωνά, που «ανέθορε» εκ του θαλάμου του θηρός.
Και συνεχίζει διηγούμενος τον τρόπο του εορτασμού, που ακολουθεί τη λειτουργία, ως πράξη χριστιανικής αγάπης και ενότητας.

«Εκεί, υπό τα υψηλά δένδρα, των οποίων οι κλώνοι, με βόμβυκας και με θυσσάνους τριχοειδών φύλλων κοσμούμενοι, εσείοντο υπό της πρωϊνής αύρας άνω του ρεύματος, του κυλίοντος μετά ψιθύρου το διαυγές νάμα του κάτω εις την κοιλάδα, εκάθησαν ηδονικώς όλοι οι βοσκοί με τας ποιμενίδας και τας βοσκοπούλας των, στρώσαντες αφθόνους πτέρεις και παχείας φυλλάδας και ήρχισαν να διαμελίζωσι τα ευωδιάζοντα επί της σούβλας αρνία και τα ερίφια. Έφαγον και ηυφράνθησαν όλοι…»

Οι απλοί πιστοί, ο κόσμος του Παπαδιαμάντη, έχουν βαθιά αίσθηση της αναξιότητας του ανθρώπου, αλλά ταυτόχρονα έχουν ακλόνητη πεποίθηση ότι η συμμετοχή στο Σώμα και το Αίμα του αναστάντος Χριστού οδηγεί στη σωτηρία. Γι’ αυτό, ακόμη και στις πιο θλιβερές όψεις της ανθρώπινης δυστυχίας, ο Παπαδιαμάντης δίνει διέξοδο. Στο διήγημα «Παιδική Πασχαλιά» καταλήγει:

«…Αλλά, διά τα δύο παιδία θα επανήρχετο πάλιν η χαρά εκείνη, θ’ ανέτειλλεν εκ νέου γλυκεία η παιδική Πασχαλιά; Διά τον Ευαγγελινόν ίσως, διά την Μόρφω ποτέ. Αύτη ησθάνετο την απουσίαν της μητρός της και ήξευρεν ότι δεν έμελλε να την επανίδη πλέον επί της γης. Γλυκεία Πασχαλιά! Η μήτηρ της χαράς! Γλυκεία μήτηρ! Της Πασχαλιάς η ενσάρκωσις!
Αλλ’ ο Χριστός υπεσχέθη να πίη με τους εκλεκτούς του καινόν το γέννημα της αμπέλου εν τη βασιλεία του Πατρός του, και οι υμνωδοί έψαλλαν: «Ω Πάσχα το μέγα και ιερώτατον Χριστέ! δίδου ημίν εκτυπώτερον σου μετασχείν εν τη ανεσπέρω ημέρα της Βασιλείας Σου!»



To Bιβλικό και πνευματικό νόημα των νηστειών

Στη ζωή της Εκκλησίας συναντούμε συχνά τη νηστεία και ανακαλύπτουμε το νόημά της. Η νηστεία που ζητήθηκε να τηρήσουν ο Αδάμ και η Εύα είναι το πιο αρχαίο και ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Επρόκειτο για μια νηστεία που ήταν τόσο σωματική όσο και πνευματική. Ο «απαγορευμένος καρπός» ήταν συγχρόνως υλικός, πνευματικός και συμβολικός. Οι προπάτορες μας δεν υπάκουσαν στην εντολή του Θεού και γνώρισαν τους καρπούς της ανυπακοής (Γεν. 3). Με τον ίδιο τρόπο κι εμείς, όταν αρνούμαστε να τηρήσουμε τις εντολές και υποκύπτουμε στα πάθη μας, αυξάνουμε στη γνώση των παθών.
Εάν ο Αδάμ και η Εύα δεν μπορούσαν να παραμείνουν στον Παράδεισο χωρίς τη νηστεία, πως εμείς θα επιστρέψουμε στον Παράδεισο χωρίς αυτήν; Ο Αδάμ και η Εύα υπέπεσαν στην αιχμαλωσία των παθών γιατί δεν ήσαν εγκρατείς, όπως οι Ισραηλίτες που ήσαν έτοιμοι να επιστρέψουν στην δουλεία της Αιγύπτου για χάρη της κοιλίας τους (΄Εξοδ. 16:2-3). Οι Ισραηλίτες, μάλιστα, ήταν πρόθυμοι να θυσιάσουν την ίδια τους την πίστη στο Θεό και την επαγγελία της σωτηρίας τους. Στην Ερυθρά Θάλασσα ήταν έτοιμοι να αρνηθούν το βάπτισμα προς τη σωτηρία, από έλλειψη εμπιστοσύνης στην εντολή του Θεού και για χάρη της φροντίδας για τη σάρκα.
Η ιστορία της αιχμαλωσίας στην Αίγυπτο και της απελευθέρωσης από τον Μωϋσή είναι μια εικόνα της ανθρώπινης ιστορίας. Ο Μωϋσής είναι τύπος, εικόνα του Χριστού. Όπως οι Εβραίοι, έτσι κι εμείς οδηγούμαστε μέσω του νερού της κολυμβήθρας από την σκλαβιά της αμαρτίας και των δεσμών του θανάτου στην ελευθερία και στην ελπίδα της αφθαρσίας. Προχωρούμε παρά τις αντιξοότητες, υποφέρουμε, αγωνιζόμαστε, πέφτουμε και ξανασηκωνόμαστε, ακριβώς γιατί έχουμε στραμμένη την ελπίδα μας στην υπόσχεση της Βασιλείας του Θεού. Η πεσμένη φύση μας, όμως, μας καλεί πάλι πίσω, στην αιχμαλωσία των παθών. Στα παραδείγματα που αναφέρθηκαν, γίνεται φανερή η αξία της νηστείας, που έχει διπλή διάσταση: υπακοή στον Θεό και ελευθερία από τα πάθη. Έτσι ώστε, με τη δύναμη του Θεού να αναπτυχθούμε πνευματικά και να ξανακερδίσουμε τον Παράδεισο.
Άλλα σπουδαία παραδείγματα νηστείας βρίσκουμε σε καταστάσεις πνευματικής ανάτασης. Όταν ο Μωϋσής επρόκειτο να παρασταθεί ενώπιον του Κυρίου στο όρος Σινά, νήστευσε για σαράντα ημέρες. Για περισσότερο από μήνα, τρεφόταν και ξεδιψούσε από την επικοινωνία του με τον Δημιουργό. (Έξ. 34:18, 34:28, κ.α.) Ο ίδιος ο Κύριος νήστευσε στην έρημο της Ιεριχούς για σαράντα ημέρες προκειμένου να πολεμήσει τους πειρασμούς του Διαβόλου. Με τον ίδιο τρόπο κι εμείς νηστεύουμε σαράντα ημέρες πριν το Άγιο Πάσχα, για να νικήσουμε τους πειρασμούς και να αξιωθούμε της παρουσίας του Θεού. Αυτή είναι η τρίτη διάσταση της νηστείας: να παραμερίσουμε όλες τις βιοτικές μέριμνες, για να εξασκήσουμε την πνευματική μας δύναμη. Ώστε η σκέψη μας να μην στρέφεται στο «τι θα φάμε, τι θα πιούμε και τι θα ενδυθούμε, αλλά να αναζητά καταρχήν τη Βασιλεία του Θεού» (Λουκ. 12:22, 29, 31). «Eπίρριψον επί Κύριον την μέριμνάν σου, και αυτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. 54:23).
Παραστεκόμαστε ενώπιον του Κυρίου κάθε Πάσχα, έχοντας διανύσει μια σαρανταήμερη πορεία, και φτάνοντας στην κορυφή ενός πνευματικού Σινά, δεχόμαστε όπως ο Μωϋσής την υπόσχεση του Θεού.
Νηστεύουμε επίσης, όταν έχουμε ηττηθεί από τον εχθρό και θέλουμε να επικαλεστούμε την ιδιαίτερη βοήθεια του Θεού. Με τη νηστεία καθαρίζουμε την καρδιά μας και ταπεινώνουμε τον εαυτό μας για να λάβουμε τη χάρη του Θεού. Έτσι και ο Ιησούς του Ναυή με τα στρατεύματά του και όλο το λαό του Ισραήλ νήστευσαν όταν κατατροπώθηκαν στη Γαι, βάζοντας μετάνοια ενώπιον της Κιβωτού (Ιησ. 7:6). Το γεγονός αυτό αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, αφού γνωρίζουμε ότι η ιστορία του Παλαιού Ισραήλ αποτελεί προτύπωση της πνευματικής πορείας και του αγώνα της Εκκλησίας και του κάθε Χριστιανού. Όταν ο Ιησούς του Ναυή αναφώνησε προς τον Θεό «δέομαι Κύριε. …και τι ερώ επεί μετέβαλεν Ισραήλ αυχένα απέναντι του εχθρού αυτού;» ο Κύριος απάντησε «ημάρτηκεν ο λαός και παρέβη την διαθήκην…» Και ποια ήταν η αμαρτία τους; Η ανυπακοή για χάρη της πλεονεξίας. Κατέλαβαν την επάρατη γη της Ιεριχούς και μοίρασαν τα κτήματά της ανάμεσα στο λαό. Nηστεύουμε, λοιπόν, κι όταν υποκύπτουμε σε πάθη, προκειμένου να αναζητήσουμε την αιτία της πτώσης μας και να αγωνιστούμε ενάντια σ’ αυτήν. Νηστεύουμε και προσευχόμαστε για να λάβουμε τη Χάρη του Θεού ώστε ν’ απομακρύνουμε την αιτία των παθών. Αυτή η αιτία στο βιβλίο του Ιησού του Ναυή συμβολίζεται με τα απαγορευμένα, παγανιστικά λάφυρα της γης της Ιεριχούς, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για το πάθος της πλεονεξίας που οδήγησε τους Εβραίους σε ανυπακοή και κατόπιν στην ήττα. Η προσευχή και η νηστεία μας βοηθούν να ταπεινωθούμε ενώπιον του Θεού, παραδεχόμενοι ότι η νίκη είναι δική Του. Άρα, λοιπόν, μια άλλη όψη της νηστείας είναι η μετάνοια: Η νηστεία διευκολύνει την αληθινή μετάνοια, ακριβώς γιατί αποτελεί ολοκληρωμένο αγώνα ενάντια στα πάθη που επιθυμούμε να θεραπεύσουμε. Οι περισσότερες από τις νηστείες που αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη τηρήθηκαν χάριν μετανοίας. Όπως γράφει ο Δαυίδ, «εταπείνουν εν νηστεία την ψυχήν μου» (Ψαλμ. 35:13).
Η Εσθήρ νήστευσε και κάλεσε τους Ιουδαίους στά Σούσα να νηστεύσουν και να προσευχηθούν μαζί της όταν επρόκειτο να ξεκινήσει για επικίνδυνη αποστολή (Εσθ. 4:16). Ο Ιωσαφάτ επίσης, προσευχήθηκε και νήστευσε μαζί με όλη τη σύναξη, όταν η Ιουδαία βρέθηκε ενώπιον μεγάλου κινδύνου από τους εισβολείς του Αμάν, ζητώντας δύναμη και βοήθεια από τον Κύριο. Κι εμείς νηστεύουμε και προσευχόμαστε συχνά, καθώς το μονοπάτι της ζωής μας είναι γεμάτο με κάθε είδους πνευματικούς κινδύνους, ώστε να νιώσουμε τα λόγια που ο Κύριος απηύθυνε στον Ιωσαφάτ: «Μη φοβηθείς, ούτε να δειλιάσεις επειδή το πλήθος (των εχθρών) είναι μεγάλο. γιατί η μάχη δεν είναι δική σου, αλλά του Θεού».
Αναφέρθηκαν μόνο μερικά παραδείγματα, κι όμως ικανά να μας φανερώσουν πόσο πολλά και σπουδαία είναι τα οφέλη της νηστείας και της προσευχής, που περιγράφονται στις Γραφές. Βλέπουμε πως η νηστεία προηγείται και συνοδεύει κάθε δωρεά της χάρης του Θεού, κάθε νίκη, κάθε πνευματική πρόοδο και ανάταση προς τον Θεό. Η νηστεία είναι ένα από τα σπουδαιότερα όπλα στον αγώνα μας ενάντια στον Διάβολο. Κι όμως είναι από εκείνα τα όπλα που ορισμένοι προσπαθούν να καταργήσουν. Στη σημερινή εποχή, όλοι μας και ιδιαίτερα οι νεότεροι υποφέρουμε πειρασμούς που οι παλαιότερες γενεές δύσκολα θα μπορούσαν να φανταστούν. Για τον λόγο αυτό, ίσως ποτέ στην ιστορία η νηστεία δεν ήταν πιο ζωτική για την πνευματική και ηθική μας επιβίωση. Η αγάπη απαιτεί να προσπαθούμε με επιμέλεια να διδάξουμε στον εαυτό μας και στα παιδιά μας το νόημα της νηστείας: όχι μιά δικανική γνώση των κανόνων της νηστείας, αλλά μιά αληθινή, ζωντανή κατανόηση της πραγματικής και πνευματικής της αξίας.
Ο Απόστολος Παύλος συχνά παρομοιάζει τη Χριστιανική βιωτή με άθληση –κι αυτό είναι και το νόημα της ασκήσεως: είναι η πειθαρχημένη προετοιμασία για την πνευματική προσπάθεια. Οι Χριστιανοί καλούμαστε να αγωνιστούμε ενάντια στους πειρασμούς και στα πάθη, ξεκινώντας την προσπάθειά μας όπως μας υπέδειξε ο Χριστός: με νηστεία. Ο Απόστολος Παύλος μας μιλά για την πνευματική διάσταση της νηστείας: «εί γε αυτόν (τον Χριστόν) ηκούσατε και εν αυτώ εδιδάχθητε, καθώς εστιν αλήθεια εν τω Ιησού, αποθέσθαι υμάς κατά την προτέραν αναστροφήν τον παλαιόν άνθρωπον τον φθειρόμενον κατά τας επιθυμίας της απάτης, ανανεούσθαι δε τω πνεύματι του νοός υμών και ενδύσασθαι τον καινόν άνθρωπον τον κατά Θεόν κτισθέντα εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας» (Εφεσ. 4:20-24).
Προκειμένου να κατανοήσουμε αυτό τον λόγο, θα πρέπει να συλλογιστούμε την ψυχή σαν ένα χέρσο χωράφι, στο οποίο καλούμαστε να δημιουργήσουμε έναν κήπο σωτηρίας. Αυτό το χωράφι είναι κατάφυτο από αγκάθια και ζιζάνια, τα πάθη της φθαρτής μας φύσης. Ο σπορέας της παραβολής έσπειρε υγιείς σπόρους, αλλά μερικοί έπεσαν ανάμεσα στά ζιζάνια και δεν μπόρεσαν να αναπτυχθούν γιατί «ανέβησαν αι άκανθαι και απέπνιξαν αυτά». Ωστόσο, ο σπορέας συνεχίζει και σπέρνει σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Όταν λοιπόν βλέπουμε ότι τα νεαρά βλαστάρια πνίγονται από τα ζιζάνια, πρέπει να αντιληφθούμε ότι είναι απαραίτητο να ξεχορταριάσουμε τον κήπο της ψυχής μας, ώστε η επόμενη σπορά να πιάσει ρίζες και να καρποφορήσει. Αυτή η μεταμόρφωση της ψυχής καλείται «εσωτερική εργασία». Ξεκινά με την σωματική νηστεία που εύκολα γίνεται κατανοητή και συνεχίζεται παράλληλα με πνευματική νηστεία που καλείται «φυλακή του νοός». Ο μετριασμός του φαγητού κάνει δυνατή την πνευματική νήψη και διευκολύνει τη φύλαξη του νου.
Η «φυλακή του νοός» είναι μιά πνευματική πρακτική που αναμφίβολα απαιτεί συχνή νηστεία. Τα πάθη εκδηλώνονται συχνά στην καρδιά μας σαν αποτέλεσμα εξωτερικών προκλήσεων, που βρίσκουν ανοιχτή την πόρτα του νοός μέσω των αισθήσεων. Κανείς πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε κατάσταση εγρήγορσης ώστε ν’ αντιλαμβάνεται τους πειρασμούς μόλις αυτοί εισέρχονται στο νου, πριν προλάβουν να μεταβληθούν σε πάθη (πρβλ. κατά Ματθ. 5:27-28). Ο καθένας μας μπορεί να εξασκηθεί, στον έναν ή τον άλλο βαθμό, σ’ αυτό το είδος της φυλακής του νοός. Όσο κανείς απομακρύνεται από κάθε τι που συγχύζει και βεβηλώνει, τόσο πιο εύκολη είναι η φρούρηση του μυαλού. Έτσι, κατανοεί κανείς την πνευματική διάσταση της νηστείας καθώς αποφεύγει τον περισπασμό του νου και επιδίδεται σε ό,τι είναι πνευματικά καρποφόρο.
Αφού το σώμα προορίζεται να είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, πρέπει να εργάζεται κανείς με επιμέλεια, ώστε να πληρωθεί ο ναός με το Πνεύμα το Άγιο. Γιατί το Άγιο Πνεύμα δεν συγκατοικεί ούτε με το μικρόβιο της υπερηφάνειας, ούτε με το σκοτάδι των παθών. Είτε το ένα θα αυξάνει και τα άλλα θα φθίνουν, είτε τα άλλα θα προοδεύουν και το πρώτο θα απομακρύνεται.
Τέλος, πρέπει να συλλογιστούμε μια άλλη προοπτική της νηστείας της Μεγάλης Σαρακοστής:
Καθώς προετοιμαζόμαστε για την πνευματική πορεία των σαράντα ημερών πριν το Πάσχα, διαβάζουμε από το Συναξάρι της Απόκρεω και της Τυρηνής, τα αναγνώσματα που αναφέρονται στον Αντίχριστο. Και επίσης, μνημονεύουμε την Δεύτερη εν δόξη έλευση του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Ο Χριστός νήστευσε σαράντα ημέρες πριν πειρασθεί από τον Διάβολο, με τους τρεις εκείνους πειρασμούς που αποτελούν μια αποκάλυψη για τον Αντίχριστο. Γιατί τις προκλήσεις που ο Κύριος απέρριψε -την επιδεικτική πνευματική εξουσία, την πολιτική ισχύ και τη φροντίδα της σάρκας, προτάσεις όλες του Σατανά- ο Αντίχριστος θα δεχτεί και θα τις εκπληρώσει. Από το γεγονός αυτό αλλά και από τα παραπάνω αναγνώσματα και την αναφορά στη Δευτέρα Παρουσία, αντιλαμβανόμαστε ότι η νηστεία, και ιδιαίτερα η Μεγάλη Σαρακοστή, έχει ως σκοπό να προετοιμάσει την κάθε γενιά για τα χρόνια του Αντιχρίστου. Ας μην ξεχνούμε ότι «πολλοί αντίχριστοι γεγόνασι». Είναι άγνωστο ποια γενιά θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει «τον αντικείμενο και υπεραιρόμενο υπέρ πάντα λεγόμενον Θεόν ή σέβασμα», αλλά ανάλογους πειρασμούς αντιμετωπίζει κάθε γενιά. Καλούμαστε, λοιπόν, να κρατούμε με επιμέλεια τις νηστείες και με αγάπη αλλά αυστηρότητα να τις διδάσκουμε στα παιδιά μας, ώστε να μάθουν κι αυτά ν’ αγωνίζονται και να προετοιμάζονται για τον καιρό του πειρασμού. Τα ιδανικά αυτού του κόσμου, τα πάθη, οι επιθυμίες και οι στόχοι του, όλα εργάζονται προκειμένου να υποδουλώσουν τον άνθρωπο, τόσο ατομικά όσο και συλλογικά. Ο Διάβολος επιτυγχάνει στο σκοπό του δημιουργώντας ένα τεράστιο πνευματικό κενό στη ζωή μας και πείθοντας κατόπιν τον άνθρωπο ότι μπορεί να γεμίσει αυτό το κενό με υλικές κατακτήσεις, επιπόλαιες, συχνά συναισθηματικές και καταστροφικές διασκεδάσεις και ποικιλία τροφών. Αυτή είναι η καθημερινή «λειτουργία» που προσφέρεται στην τηλεόραση, η «λιτανεία» που ψάλεται στο ραδιόφωνο, η «εικόνα» που εικονίζεται στα διαφημιστικά ταμπλό. Είναι πιθανό να εκκλησιαζόμαστε μία φορά την εβδομάδα. Προσερχόμαστε όμως στη «λατρεία» της τηλεόρασης καθημερινά. Τα πάθη καλλιεργούνται σήμερα με υψηλά τεχνολογικά μέσα, ενώ καινούρια προϊόντα επινοούνται για να τα ικανοποιήσουν. Για τον λόγο αυτό, οι νηστείες της Εκκλησίας είναι τόσο σπουδαίες στην εποχή μας. Εκτός των άλλων, η νηστεία είναι και μια δήλωση ανεξαρτησίας από την κοσμική εξουσία του Διαβόλου. Δεν πρόκειται απλά για μια νομική αποχή από συγκεκριμένες τροφές. Την ημέρα που αρχίζουμε τη νηστεία, είναι σαν να στρεφόμαστε προς τον κόσμο και να δηλώνουμε ότι αρνούμαστε τους στόχους, τις φιλοδοξίες, και τα δεσμά των παθών αυτής της ζωής. Ακόμη περισσότερο, όταν τηρούμε τη διατεταγμένη νηστεία, αρχίζουμε στην πραγματικότητα να βιώνουμε τη θεολογία της Εκκλησίας και ν’ αυξάνουμε στη γνώση του Θεού.
Πρέπει να θυμόμαστε ότι, δεν γινόμαστε «καλοί» όταν νηστεύουμε, ούτε «αμαρτάνουμε» όταν δεν κρατούμε τη νηστεία. Το ζήτημα είναι πολύ βαθύτερο και πιο ουσιαστικό. Δεν εισερχόμαστε στη Βασιλεία του Θεού ενδεδυμένοι «καλές πράξεις» ή έχοντας περισσότερες αρετές από κακίες. Ο μόνος τρόπος να εισέλθουμε στη Βασιλεία του Θεού είναι να αποκτήσουμε το Πνεύμα το Άγιο, να ενδυθούμε τη Χάρη του Θεού. Η νηστεία είναι ένα σπουδαίο στάδιο που συγκεφαλαιώνει τον αγώνα για την απόκτηση του Αγίου Πνεύματος. Η κατανόηση και η τήρηση της νηστείας είναι, επομένως, θεμελιώδεις για την ίδια τη σωτηρία μας (© Synaxis Press)



Ε Σ Π Ε Ρ Ι Ν Ο Ι

«Και εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί, ημέρα μία» (Γεν. 1:5)

Για την Ορθόδοξη εκκλησία οι εσπερινοί δεν αποτελούν το τέλος της ημέρας, αλλά την έναρξη της λειτουργικής ημέρας, όπως ακριβώς συνέβη στη δημιουργία του κόσμου, «και εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί, ημέρα μία» (Γεν. 1:5).
Η ακολουθία του Εσπερινού είναι μία καθημερινή ανάμνηση της δημιουργίας του κόσμου από τον Λόγο του Θεού, ο οποίος, με την ίδια αγάπη που δημιούργησε, ήρθε αργότερα να αποκαταστήσει και να σώσει τη δημιουργία. Για τον λόγο αυτό, η ακολουθία του Εσπερινού ξεκινά με τον 103ο Ψαλμό, που δοξάζει τη σοφία του Θεού όπως φανερώνεται μέσα από την κτίση.
Λέμε συνήθως ότι η γένεση ολοκληρώθηκε σε έξι χρονικές περιόδους, που καλούνται στις Γραφές «ημέρες». Ωστόσο, οι ημέρες της δημιουργίας είναι οκτώ. Η δημιουργία άρχισε, όπως αναφέρει η Γραφή, την «ημέρα μία», αλλά ο κύκλος της δεν ολοκληρώνεται την έκτη ημέρα, αλλά την ημέρα της Αναστάσεως. Σύμφωνα με τη Γραφή, την έβδομη ημέρα ο Θεός «κατέπαυσε από πάντων των έργων αυτού». Η ανάπαυση του Χριστού στο μνήμα, ο κατά σάρκα σαββατισμός του, είναι η παραμονή η παραμονή της όγδοης ημέρας της Δημιουργίας, της «σωτήριας ημέρας».
Η έβδομη ημέρα είναι ο τύπος του Σαββάτου, κατά το οποίο ο άνθρωπος, εξαιτίας της πτώσης, αναπαύεται στο μνήμα όταν συμπληρωθούν οι ημέρες του μόχθου του στη γη. Ωστόσο, ζούμε ήδη το φως της όγδοης, αιώνιας ημέρας, αυτό που θα μας αποκαλυφθεί πλήρως όταν αναστηθούμε. Η όγδοη ημέρα είναι η ημέρα της λύτρωσης και η τελευταία ημέρα του κύκλου της δημιουργίας. Η αυγή αυτής της νέας, αέναης ημέρας ήδη έλαμψε πάνω σε αυτούς που βρισκόταν στον Άδη την ημέρα του σαρκικού Σαββατισμού του Χριστού, όταν τους έλουσε με το φως Του, Αυτός που είναι ο Ίδιος φως αιώνιο. Και το ίδιο φως φώτισε τον κόσμο όταν ο Χριστός ηγέρθη από το μνήμα μέσα στην ακτινοβολία της Θείας Του δόξας. Όταν η αυγή χαράξει ολοκληρωτικά, τότε θα δουν όλοι οι άνθρωποι ότι ο Χριστός είναι ο Ήλιος που χαρίζει φως στην όγδοη, ατελεύτητη ημέρα.
Το κεντρικό νόημα της ακολουθίας του εσπερινού είναι το εξής: Ο Θεός δημιούργησε τα πάντα με αγάπη. Σκόρπισε πλούσια τη χάρη του Αγίου Πνεύματος στη δημιουργία Του και εδραίωσε τον παράδεισο σαν κατοικία για τα παιδιά Του. Όταν οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν από κοντά Του, πέφτοντας στη δουλεία της φθοράς, Εκείνος προετοίμαζε τη λύτρωση και την επιστροφή στον παράδεισο. Με το πλήρωμα του χρόνου, ήρθε στη γη για να σώσει τον άνθρωπο.
Προκειμένου να κατανοήσουμε τις ιερές ακολουθίες, είναι σημαντικό να έχουμε στο νου μας ότι το ιερό του Ναού είναι αποκάλυψη και εικόνα του Παραδείσου. Η Ωραία Πύλη είναι τύπος των πυλών του παραδείσου.
Στην αρχή του Μεγάλου Εσπερινού, η Ωραία Πύλη είναι ανοιχτή και ο ιερέας θυμιάζει το ιερό, το ναό και τους πιστούς, ενώ ταυτόχρονα ψάλλεται ο Ψαλμός της Δημιουργίας. «Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου Κύριε^ πάντα εν σοφία εποίησας…». Το θυμίαμα, που εξέρχεται από το ιερό σαν από τον παράδεισο, υποδηλώνει ότι στην αρχή ο Θεός δημιούργησε όλα τα πράγματα και τα σκέπασε με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, πληρώνοντας τη γη με το κάλλος και τον πλούτο της αγάπης Του.
Μόλις το θυμίαμα ολοκληρωθεί, η Πύλη κλείνει, για να μας θυμίσει ότι ο άνθρωπος με την ελεύθερη επιλογή του χώρισε τον εαυτό του από τον Θεό και έχασε τον παράδεισο. Έτσι η Ωραία Πύλη παραμένει κλειστή, όπως ακριβώς οι πόρτες του Παραδείσου έκλεισαν πίσω από τον Αδάμ και την Εύα. Τώρα, ο ιερέας εξερχόμενος από το ιερό, στέκεται ασκεπής ενώπιον των κεκλεισμένων θυρών, διαβάζοντας τις ευχές του Λυχνικού. Γίνεται έτσι τύπος της ανθρωπότητας που μέσα στην πτώση της στέκεται έξω από τις πύλες του Παραδείσου, «στο σκότος το εξώτερον», αναζητώντας τη συμφιλίωση και την επιστροφή.
Μετά τη Λιτανεία, οι ψαλμοί του Καθίσματος μιλούν για την κατάσταση του ανθρώπου και την ελπίδα του για σωτηρία. Ψάλλοντας το «Κύριε εκέκραξα», ικετεύουμε από το βάθος της καρδιά μας, επιζητώντας συμφιλίωση, παρηγοριά και ελπίδα. «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου, έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή». Σύμφωνα με την προφητεία Eσδρά, η αληθινή εσπερινή θυσία είναι η ειλικρινής προσευχή από μια αγνή καρδιά (Εσδράς Β’, Θ:5).
Ενώ ψάλλουμε τα παραπάνω, ο ιερέας θυμιάζει και πάλι την εκκλησία, αλλά αυτή τη φορά, η Πύλη παραμένει κλειστή. Το θυμίαμα αναγγέλει τη γλυκύτητα της υπόσχεσης του Θεού. Ο αέρας γεμίζει με τη βεβαιότητα της ελπίδας που χαρίζει ο Χριστός για τη σωτηρία και την επιστροφή στον παράδεισο. Τα στιχηρά του «Κύριε εκέκραξα», ιδιαίτερα τα Αναστάσιμα της Οκτωήχου, μας μιλούν για το δρόμο της σωτηρίας. Μας φέρνουν πιο κοντά στον όρθρο και στη Θεία Λειτουργία, όπου πλέον γιορτάζουμε και γινόμαστε κοινωνοί της ένδοξης Ανάστασης του Χριστού και της ευλογίας που τη συνοδεύει.
Με το τέλος του «Κύριε εκέκραξα» η Ωραία Πύλη ανοίγει και ο ιερέας εισέρχεται πλέον στο ιερό από αυτήν, προτάσσοντας το θυμιατό, καθώς ψάλλουμε το «Φως ιλαρόν». Υποδηλώνεται με αυτόν τον τρόπο ότι ο Θεός δέχεται την ικεσία μας και ότι πράγματι αυτή κατευθύνεται ενώπιόν του ως θυμίαμα. Η προσευχή είναι ο δικός μας πρόδρομος στον δρόμο για τον Παράδεισο. Προηγείται η μετάνοια και η μεταμέλεια της καρδιάς μας. Η προσευχή δεν είναι μόνο τυπικά λόγια. Είναι σαν ένα νήμα ζωντανής επαφής ανάμεσα σε μας και τον Σωτήρα μας, και μας βοηθά να πλησιάσουμε πιο κοντά σε Εκείνον. Η Ωραία Πύλη ανοίγει κατά την Είσοδο του ιερέα για να δηλώσει ότι ο Θεός δέχεται τις δεήσεις μας και ότι οι πύλες του παραδείσου πρόκειται να ανοίξουν και πάλι από τον Χριστό, που είναι το Φως του Κόσμου. Γιαυτό τη στιγμή της Εισόδου, ψάλουμε τον παρακάτω ύμνο:
Φως ιλαρόν αγίας δόξης αθανάτου Πατρός, ουρανίου, αγίου, μάκαρος, Ιησού Χριστέ, ελθόντες επί την ηλίου δύσιν, ιδόντες φως εσπερινόν, υμνούμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Θεόν. Άξιόν σε εν πάσι καιροίς υμνείσθαι φωναίς αισίαις, Υιέ Θεού, ζωήν ο διδούς^ διό ο κόσμος σε δοξάζει.
Στον εσπερινό ενθυμούμαστε τη δημιουργία του κόσμου, που είναι το ξεχείλισμα της αγάπης του Θεού. Φέρνουμε στο νου μας την πτώση από τον παράδεισο και ενθαρρύνουμε την ψυχή μας προς τη μετάνοια. Θυμόμαστε με χαρά και ελπίδα και τη δεύτερης έκφραση της αγάπης του Θεού, όταν έστειλε τον Υιό Του στον κόσμο για ν’ αποκαταστήσει αυτό που ο Ίδιος δημιούργησε και να επαναφέρει τον άνθρωπο που απομακρύνθηκε από κοντά Του.

1. Οι συγκεκριμένες προσευχές καλούνται ευχές του Λυχνικού, γιατί διαβάζονται την ώρα που ανάβουν τα φώτα, όταν δηλαδή πέφτει το απογευματινό σκοτάδι. Ο συμβολισμός είναι φανερός
.




ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ